Όταν τα κρούσματα του κορωνοιού φθίνουν καθημερινά και είναι 10 (για δύο ημέρες 19 & 20/4) 11, 17, 15, 22, 25, 31, 33,.. και τις ημέρες που προηγήθηκαν κυμαίνονταν μεταξύ 50 και 70 ημερησίως, εύλογα ανακύπτουν ερωτήματα: Πώς η κυβέρνηση κράτησε κλειστή την αγορά Μεγάλη Εβδομάδα στο όνομα του κορωνοιού, που ποτέ δεν ενέσκηψε ως πανδημία στη χώρα μας, γεμίζοντας με απόγνωση εκατοντάδες χιλιάδες επαγγελματίες και στέλνοντας στην ανεργία χιλιάδες εργαζομένων; Γιατί ενώ με την εμφάνιση του πρώτου κρούσματος και την αναγγελία των κρουσμάτων που ακολούθησε τις επόμενες μέρες ήταν φανερό ότι η πανδημία δεν έπληττε τη χώρα μας, όπως δεν έπληξε και δεκάδες άλλες χώρες, διότι με 50 και 70 κρούσματα ημερησίως ποτέ δεν μπορούσες να ισχυριστείς ότι απειλούμαστε, η κυβέρνηση συνέχιζε να σκληραίνει τα μέτρα ακόμη και τώρα με τον εκμηδενισμό θα λέγαμε των κρουσμάτων; Διότι, κατά την άποψή μου, είδε δημοσκοπικά ότι ο κόσμος επικροτεί από φόβο τη στάση της και ήθελε να αποκομίσει τα πολιτικά οφέλη που θα διευκόλυναν τους σχεδιασμούς της.. Όπως έλεγε ο Φραγκλίνος Ρούσβελτ «το μόνον πράγμα που πρέπει να φοβόμαστε είναι ο ίδιος ο φόβος» και ακριβώς πάνω σε αυτόν τον φόβο του λαού επένδυσε η κυβέρνηση επισκιάζοντας έτσι ουσιώδη προβλήματα που υπονομεύουν την ευημερία του, ιδιαίτερα μάλιστα κοινωνικών ομάδων που είναι σε αξιοθρήνητη κατάσταση. Πώς επιτυγχάνεται αυτό; «(Θα) πρέπει, μας λέει ο Ζίγκμουντ Μπάουμαν, να ενισχυθεί ή τουλάχιστον να δραματοποιηθεί (το θέμα της προσωπικής ασφάλειας) σε τέτοιο βαθμό, ώστε να εμπνεύσει ένα επαρκές επίπεδο φόβου και την ίδια στιγμή να υπερβεί σε βαρύτητα, να επισκιάσει και να υποβιβάσει σε δευτερεύουσα θέση την οικονομικά παραγόμενη ανασφάλεια, για την οποία η κυβέρνηση του κράτους δεν μπορεί να κάνει σχεδόν τίποτα, με το τίποτα να είναι αυτό που πρόθυμα θέλει τελικά να κάνει. Ώστε η μη πραγματοποίηση των προαγγελθεισών απειλών να μπορεί να επικροτηθεί ως μεγάλη νίκη της κυβερνητικής εχεφροσύνης ενάντια στην εχθρική μοίρα: Ως αποτέλεσμα της αξιέπαινης επαγρύπνησης, φροντίδας και καλής θέλησης των οργάνων του κράτους». Αυτή τη δυνατότητα έδωσε η απειλή του κορωνοιού στον Κυριάκο Μητσοτάκη και την έχει αξιοποιήσει στο έπακρο υποτιμώντας άλλες παράπλευρες συνέπειες, όπως η οικονομία, άσχετα αν αυτές ενταφιάζουν το μέλλον της χώρας.
Μετά τον πρώτο αιφνιδιασμό που δικαιολογούσε την αναστάτωση και την άμεση λήψη μέτρων, η συνέχεια καθημερινά επιβεβαίωνε τα περιορισμένα όρια του προβλήματος στη χώρα μας. Αρκεί να αξιολογήσει κανείς τον ημερήσιο αριθμό των κρουσμάτων από την εμφάνιση του πρώτου κρούσματος μέχρι σήμερα. Με το να επισείεις την τραγωδία στην Ιταλία, στην Γαλλία, στην Ισπανία, στις ΗΠΑ, στη Βρετανία, στη Γερμανία ως απειλή για την επιβολή μέτρων στη χώρα μας που εκμηδένισαν την οικονομία, απέδειξες ότι δεν έχεις αντιληφθεί τις συνθήκες μετάδοσης και ανάπτυξης του κορωνοιού. Ότι δηλαδή έπληξε και πλήττει χώρες που αποτελούν εστίες της παγκοσμιοποίησης που επιβάλλει τον συγχρωτισμό των λαών στα πλαίσια των ποικιλόμορφων ανταλλαγών τους. Με άλλα λόγια δεν αντιλήφθηκες ότι η πανδημία έπληξε τις χώρες που διαμορφώνουν τον παγκόσμιο καταμερισμό της εργασίας και άφησε (σχεδόν) στο απυρόβλητο όσες κινούνται παραγωγικά και οικονομικά στα όρια της ανυπαρξίας όπως η χώρα μας, η Βουλγαρία, η Αλβανία, Σλοβενία, Κροατία, Ουκρανία, Λευκορωσία κ.ο.κ.. Γιαυτό, στα κέντρα της παγκοσμιοποίησης, η άμεση διακοπή της οικονομικής ζωής δεν ήταν δυνατή σε αντίθεση με τις άλλες χώρες που ούτως ή άλλως απουσίαζαν από το παγκόσμιο οικονομικό γίγνεσθαι. Γιαυτό δρομολογούν άμεσα την επανεκκίνηση της οικονομικής ζωής τους. Η χώρα μας έχει εκμηδενιστεί παραγωγικά και οικονομικά και έχει εξοστρακισθεί σε τέτοιο βαθμό από το παγκόσμιο οικονομικό γίγνεσθαι ώστε μας αγνόησε ακόμη και ο κορωνοιός. Στην περιθωριοποίηση της χώρας μας οφείλεται η διάσωσή της από την πανδημία. Εκτός και αν θέλετε να πιστέψουμε ότι χώρες όπως εμείς, οι Βαλκάνιοι γείτονές μας, οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης είναι τόσο προηγμένες κοινωνικά και οικονομικά, έχουν τέτοια συστήματα υγείας ώστε προηγούνται των κορυφαίων ευρωπαϊκών κρατών και των ΗΠΑ που άλωσε ο ιός.
Σαφέστατα οι επιδημιολόγοι έκαναν τη δουλειά τους στα όρια των αρμοδιοτήτων τους θέτοντας τις εκτιμήσεις τους υπόψη της κυβέρνησης. Τις αποφάσεις όμως τις λαμβάνουν οι πολιτικοί. Ο Κορνήλιος Καστοριάδης σε συνομιλία του με την Anne-Brigitte Kern που δημοσιεύτηκε στο Transversales Sciences/Culture τον Φεβρουάριο του 1991 αναφέρεται στην τεχνικιστική αυταπάτη, την «αυταπάτη της ειδημοσύνης», όπως την χαρακτηρίζει, υποστηρίζοντας ότι «είναι αναρίθμητες οι παράλογες αποφάσεις που πάρθηκαν από τους ειδήμονες ή πάρθηκαν με βάση τις γνώμες τους». Ένας πολιτικός πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις εκτιμήσεις των ειδημόνων αλλά αυτός λαμβάνει τις αποφάσεις διότι έναντι των ειδικών μπορεί να συνεκτιμήσει όλες τις παραμέτρους ενός προβλήματος.
Ισχυρίζονται οι απολογητές των κυβερνητικών αποφάσεων ότι η πολιτική αντιμετώπισης της κοινής απειλής επέφερε την κοινωνική συνοχή στη χώρα, γεφύρωσε τις οποιεσδήποτε διαφορές. Μα, ήταν ποτέ περισσότερο διχασμένη η ελληνική κοινωνία; Σήμερα το κοινωνικό χάσμα έχει προσλάβει τις μεγαλύτερες δυνατές διαστάσεις. Από τη μια πλευρά είναι οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι συνταξιούχοι στο απυρόβλητο. Από την άλλη πλευρά όμως είναι ολόκληρος ο ιδιωτικός τομέας, άνθρωποι που εδώ και μια δεκαετία δεν μπόρεσαν να σηκώσουν κεφάλι, μικροεπαγγελματίες και εργαζόμενοι …Τι σημαίνει κοινωνική συνοχή; Αφαιρώ, πέραν ενός ελαχίστου ποσού μισθού ή σύνταξης, ένα ποσοστό πχ 30-40% του υπερβάλλοντος και το διαθέτω σε όσους πλήττονται από τη σημερινή κατάσταση. Διότι όπως είπε και η Αρβελέρ: «πατρίδα είναι το κοινό μας ενδιαφέρον».