Αν η αγορά πολεμικού εξοπλισμού από τη Γαλλία στοχεύει να ενισχύσει την διαπραγματευτική θέση της χώρας μας έναντι της Τουρκίας, ως ενέργεια έχει τη λογική της, αν και το τεράστιο κόστος των εξοπλισμών παραπέμπει την ανάπτυξη της χώρας στις καλένδες. Όμως η συμφωνία αμοιβαίας αμυντικής συνδρομής που υπεγράφη μεταξύ Ελλάδας – Γαλλίας αποδομεί αυτό το επιχείρημα. Διότι η Γαλλία παραμένει ιμπεριαλιστική δύναμη με αποικιοκρατικά συμφέροντα σε ένα ευρύτατο πεδίο σε Εγγύς και Μέση Ανατολή και Αφρική όπου βρίσκεται σε μόνιμη αντιπαράθεση άσκησης επιρροής με την Τουρκία ενώ οι ελληνοτουρκικές διαφορές εξαντλούνται στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Δηλαδή η αμοιβαιότητα της αμυντικής συνδρομής μας εμπλέκει σε περιοχές πέρα από τις διαφιλονικούμενες μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας (άρθρο 18 της συμφωνίας). Πού οφείλονται οι επιφυλάξεις μας, πέραν της εμπλοκής μας στην υποσαχάρια ζώνη (Σαχελ, που αναφέρεται ρητά) και σε άλλες περιοχές γαλλικού ενδιαφέροντος; Δεν είναι τυχαίο ότι κάθε φορά που ισχυρές δυνάμεις διαμεσολαβούν μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, οι ελληνοτουρκικές σχέσεις επιδεινώνονται. Διότι επιδιώκουν και καλλιεργούν την όξυνση αφού αυτή τους δίνει τη δυνατότητα πρόσβασης στην περιοχή. Στη Γαλλία συμφέρει η συνεχής όξυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων, τώρα μάλιστα η συμφωνία νομιμοποιεί τις παρεμβάσεις της.
Όμως, τί μπορεί να αποκομίσει η Ελλάδα από αυτή τη συμφωνία; Είθισται στην εξωτερική πολιτική μιας χώρας να αξιοποιείται τυχόν σύμπλευση των εθνικών συμφερόντων της με τα συμφέροντα των ισχυρών κρατών στην περιοχή με την προσδοκία της εκπλήρωσής τους. Όμως επειδή οι σχέσεις αυτές είναι ετεροβαρείς (όπως π.χ. Ελλάδας – ΗΠΑ, Ελλάδας – Γαλλίας, κοκ) οι εξελίξεις δεν οριοθετούνται εκεί όπου εκπληρώνονται τα εθνικά συμφέροντα αλλά των ισχυρών, γιαυτό συνήθως είναι καταστροφικές. Και για έναν πρόσθετο λόγο. Διότι από ένα σημείο και πέρα τα συμφέροντα των ισχυρών είναι ανταγωνιστικά και ως αδύναμη χώρα εμπλέκεσαι στη δίνη τους. Αυτό συνέβη στη Μικρασιατική Καταστροφή με τη Γαλλία, την Ιταλία και τη Βρετανία, συμμάχους μας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο που μας απέστειλαν εκεί με τη Συμφωνία των Σεβρών και εν συνεχεία Γαλλία και Ιταλία μας εγκατέλειψαν λόγω του ανταγωνισμού τους με τη Βρετανία για τα πετρέλαια της Μοσούλης. Ανταγωνισμός που υπερέβαινε τα ελληνικά συμφέροντα και δεν αφορούσε τη χώρα μας.. Αυτό συμβαίνει και σήμερα με τη Γαλλία που ανταγωνίζεται την Τουρκία και αξιοποιεί τις ελληνοτουρκικές διαφορές ως εφαλτήριο για την επίτευξη των στόχων της. Ως εκ τούτου, επειδή τα γαλλικά συμφέροντα στην ευρύτερη περιοχή εξυπηρετούνται μόνον από την όξυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων το χάσμα με τη γείτονα θα διευρύνεται διαρκώς
Πού οφείλεται αυτός ο εναγκαλισμός της χώρας μας από τη Γαλλία; Με δεδομένη την μετατόπιση του κέντρου βάρους των παγκόσμιων εξελίξεων ολοένα και ανατολικότερα είναι σαφές ότι γεωπολιτικά η Δυτική Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένης της Γαλλίας, απαξιώνεται. Γιαυτό το Παρίσι αναζητά ένα εφαλτήριο προς ανατολάς και οι ελληνοτουρκικές διαφορές εξυπηρετούν αυτές τις σκοπιμότητες. Είναι χαρακτηριστική η απάντηση του πρώην ΥΠΕΞ της Γερμανίας Γιόσκα Φίσερ σε παλαιότερη συνέντευξή του στην εφημερίδα Zeit, σε ερώτηση σχετικά με το αν θα πρέπει να παραμείνουν και οι 17 (τότε) χώρες στην Ευρωζώνη: «Δεν γνωρίζω εάν θα πρέπει να είναι όλοι μέσα, είπε. Καλά θα κάναμε, συνέχισε, να κρατήσουμε τους Έλληνες εντός. Ως πρώην υπουργός Εξωτερικών λέω το εξής: H σημασία της Ελλάδας για τα Βαλκάνια και την Ανατολική Μεσόγειο θα παραμείνει».
Ο Ρόμπερτ Κάπλαν γράφει στο βιβλίο του «Η εκδίκηση της Γεωγραφίας» ερμηνεύοντας τις επιπτώσεις της μετατόπισης του κέντρου βάρους της ΕΕ ανατολικά με τις διευρύνσεις: «Η συνεχιζόμενη μετατόπιση ισχύος στο εσωτερικό της ΕΕ προς ανατολάς, από τις Βρυξέλλες και το Στρασβούργο προς το Βερολίνο – από την ΕΕ προς της Γερμανία – θα είναι κομβικής σημασίας για τη διεθνή πολιτική. Διότι, είναι στη Γερμανία, στη Ρωσία και, ναι, στην Ελλάδα με τα μόνον ένδεκα εκατομμύρια πληθυσμού, που ξεδιπλώνεται το μέλλον της Ευρώπης». Και συνεχίζει: «Ασφαλώς σήμερα η Ευρώπη στρέφεται τόσο προς ανατολάς, καθώς υποδέχεται στις τάξεις της ΕΕ πρώην κομμουνιστικά έθνη, όσο και προς νότο, καθώς ασχολείται με την πολιτική και οικονομική σταθεροποίηση της νότιας ακτής της Μεσογείου στη Βόρεια Αφρική. Και ανάμεσα σε όλους αυτούς τους ανασχηματισμούς, η Ελλάδα, από όλα τα μέρη, είναι αυτή που θα αποτελέσει το ασφαλέστερο κριτήριο για την ομαλή λειτουργία του Ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Η Ελλάδα είναι το μοναδικό μέρος των Βαλκανίων που έχει πολλαπλή θαλάσσια πρόσβαση στη Μεσόγειο και ως εκ τούτου είναι αυτή που συνδέει δύο ευρωπαϊκούς κόσμους. Η Ελλάδα βρίσκεται γεωγραφικώς σε ίση απόσταση από τις Βρυξέλλες και τη Μόσχα και είναι πολιτισμικά κοντά τόσο στη Ρωσία όσο και στην Ευρώπη, χάρη στον Ανατολικό Ορθόδοξο Χριστιανισμό, ο οποίος είναι με τη σειρά του κληρονομιά του Βυζαντίου». Ποιά είναι η γεωπολιτική αξία της Γαλλίας σήμερα; Χωρίς υπερβολή μηδενική. Γιαυτό αναζητά εφαλτήρια, όπως η χώρα μας, για να αναπληρώσει την γεωπολιτική της ανυπαρξία και να πραγματοποιήσει τους στρατηγικούς της στόχους.
Ο Ούλριχ Μπεκ έλεγε ότι «σε όλες τις μέχρι τώρα δημοκρατίες υπάρχουν δύο είδη εξουσίας. Η μία πηγάζει από το λαό, η άλλη από τον εχθρό». Γιαυτό τα ελληνοτουρκικά προτάσσονται καθημερινά κάθε είδησης επικαλύπτοντας τα προβλήματα που απασχολούν την κοινωνία αποπροσανατολίζοντας το λαό. Όμως η πολιτική ηγεσία της χώρας ας μη ξεχνά ότι: «Αν πρόκειται τα στρατιωτικά συμφέροντα να θέσουν τα όρια, τότε οι διεκδικήσεις δεν θα έχουν τελειωμό, γιατί τα στρατιωτικά σύνορα είναι κατ’ ανάγκη λανθασμένα σύνορα και δεν βελτιώνονται παρά με προσάρτηση καινούργιων εδαφών και επί πλέον δεν είναι δυνατόν να χαραχτούν οριστικά και δίκαια, διότι τα επιβάλλει ο κατακτητής στον κατακτημένο και φέρουν, επομένως, μέσα τους το σπέρμα καινούργιων πολέμων» (Μαρξ). Τελευταίο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η πρόσφατη σύγκρουση Αζερμπαϊτζάν και Αρμενίας που άλλαξε για άλλη μια φορά το χάρτη του Νοτίου Καυκάσου. Στον προηγούμενο πόλεμο, το 1992 – 1994, η Αρμενία είχε κατορθώσει να αποσπάσει όχι μόνο τον έλεγχο του Ναγκόρνο Καραμπάχ που αποτελεί διεθνώς αναγνωρισμένο έδαφος του Αζερμπαϊτζάν, αλλά και επτά γειτονικών αζερικών επαρχιών, μέσω των οποίων εξασφάλιζε την εδαφική συνέχεια με το Ναγκόρνο Καραμπάχ. Με τη τελευταία σύρραξη οι επτά επαρχίες επέστρεψαν στο Αζερμπαϊτζάν, το οποίο κατέλαβε και ένα τμήμα του Ναγκόρνο Καραμπάχ. Και ασφαλώς έπεται συνέχεια μελλοντικά. Τί είναι αυτό που μετέβαλε για άλλη μια φορά τα σύνορα των δύο κρατών; Ασφαλώς ο συσχετισμός δυνάμεων των δύο εμπόλεμων που διαφοροποιήθηκε έναντι του πολέμου το 1992 – 1994. Διότι οι ξένες δυνάμεις που θέλουν να προωθήσουν τα συμφέροντά τους στην περιοχή, σε κάθε περιοχή, αξιοποιούν τις τοπικές διαφορές ως φορέα διείσδυσης των συμφερόντων τους. Γιαυτό οι χώρες που γειτονεύουν είναι καταδικασμένες να βρουν τρόπο να ζήσουν ειρηνικά. Επομένως, Ελλάδα και Τουρκία, ως γειτονικές χώρες είναι “αιχμάλωτες της γεωγραφίας”, και δεν έχουν άλλη επιλογή. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Γαλλίας με τη Γερμανία που μετά τον Γαλλοπρωσικό πόλεμο του 1870 και τους δύο παγκοσμίους πολέμους σήμερα στα πλαίσια της ΕΕ συμπορεύονται ειρηνικά μέσω του γαλλογερμανικού άξονα. Γιατί αυτό είναι αδύνατο για Ελλάδα και Τουρκία;
Και η αξιωματική αντιπολίτευση; Αφού χαρακτηρίζει στρατηγικά ορθή την επιλογή τόσο της ενίσχυσης του Πολεμικού Ναυτικού όσο και των υπογραφών στο Παρίσι για τη στρατιωτική συνδρομή, εστιάζει την κριτική της στο “κατ’ αρχήν θετικό άρθρο 2”, όπως το χαρακτηρίζει, το οποίο όμως προβλέπει αμυντική συνδρομή μόνο στην περίπτωση επίθεσης κατά της “επικράτειας”, αφήνοντας εκτός κάλυψης ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα. Μα, έχουν οριοθετηθεί η ΑΟΖ και η υφαλοκρηπίδα σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο το οποίο διαρκώς επικαλούμαστε ως υποβολέα της εξωτερικής πολιτικής μας; Ποιός θα υποκαταστήσει τη Χάγη; Το Παρίσι και η Αθήνα; Εξ άλλου η υφαλοκρηπίδα και η ΑΟΖ δεν ανήκουν στην επικράτεια ενός κράτους ώστε να έχει εφαρμογή το άρθρο 2 της συμφωνίας αμοιβαίας συνδρομής Ελλάδας – Γαλλίας αλλά το κράτος έχει μόνον λειτουργικά δικαιώματα που περιορίζονται στην αποκλειστική εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πόρων ( Χρήστος Ροζάκης – Ευάγγελος Βενιζέλος).
Το βέβαιο είναι ότι θα πρέπει οι εκατέρωθεν μαξιμαλισμοί, όπως διακηρύσσονται με τη Γαλάζια Πατρίδα από την Άγκυρα, και το Καστελόριζο από την Αθήνα, που ο ένας μαξιμαλισμός “στηρίζει” τον άλλον οδηγώντας σε αδιέξοδα, να παραχωρήσουν άμεσα τη θέση τους στο Διεθνές Δίκαιο και στη Χάγη. Στην Ιστορία θα μείνουν οι πολιτικοί που συνέβαλαν στην ειρηνική επίλυση των διαφορών των δύο χωρών και όχι όσοι αναπαράγουν τα αδιέξοδα τροχοπεδώντας το μέλλον της χώρας.