Συνέντευξη στο «Action24» και τους δημοσιογράφους, Νίκο Υποφάντη και Ντόρα Κουτροκόη, παραχώρησε το πρωί της Τρίτης ο Υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, κ. Νικόλαος Παναγιωτόπουλος.
Αναφερόμενος στις προσπάθειες της Τουρκίας να εργαλειοποιήσει το μεταναστευτικό ζήτημα, ο κ. Παναγιωτόπουλος σημείωσε: «Η απόπειρα εργαλειοποίησης του μεταναστευτικού, προκειμένου η Τουρκία, ή ο Ερντογάν να αποκομίσει οικονομικής φύσης οφέλη, δηλαδή περισσότερα χρήματα από την Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι ένα κόλπο που δεν πιάνει. Αποπειράθηκε να το κάνει στο παρελθόν με την κατάσταση στον Έβρο τον Μάρτη του 2020, την απόπειρα εισβολής, όπως μου αρέσει να την χαρακτηρίζω, που την αποκρούσαμε γιατί ήμασταν έτοιμοι να το κάνουμε, οργανωμένοι και έτοιμοι. Δεν απέδωσε ασφαλώς. Η Ελλάδα και η Τουρκία οφείλουν να συνεργαστούν στην αντιμετώπιση της παράνομης μετανάστευσης. Και οι δύο χώρες έχουν να κερδίσουν από αυτό. Στις 31 του μηνός θα επισκεφθεί τη χώρα μας ο αρμόδιος Υπουργός Εσωτερικών της Τουρκίας, ο Γερλίκαγια, θα έχει επαφές με την ηγεσία των υπουργείων, με εμένα δηλαδή και των αντιστοίχων Προστασίας Πολίτη και Ναυτιλίας, προκειμένου να δούμε αν μπορούμε να συνεργαστούμε σε αυτό το κομμάτι. Αποδίδω μεγάλη σημασία σε αυτή τη συνάντηση, διότι θα μπουν στο τραπέζι ζητήματα που άπτονται της καλύτερης συνεργασίας για την αντιμετώπιση των κυκλωμάτων των διακινητών και επομένως του πυρήνα της παράνομης μετανάστευσης. Θεωρώ ότι είναι συμφέρον προς την Τουρκία, να επιζητήσει τη συνεργασία της Ελλάδος».
Ο Υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου μίλησε και για το πώς διαμορφώνονται αυτή την περίοδο οι μεταναστευτικές ροές, τονίζοντας: «Αυτή την εποχή, τους καλοκαιρινούς μήνες, είναι φυσιολογικό σε ένα σημείο να υπάρχει αύξηση των ροών και υπάρχει, κανείς δεν αντιλέγει σε αυτό. Ενώ η κατάσταση στα βορειοανατολικά μας, στη βορειοανατολική μας μάλλον νησιωτική περιοχή είναι λίγο πολύ ελεγχόμενη και φυσιολογική για την εποχή, το πρόβλημα εντοπίζεται στο νοτιοανατολικό Αιγαίο. Οι ροές δηλαδή κυρίως έχουν ενταθεί στην περιοχή πέριξ της Ρόδου, των νησιών εκεί. Είναι γεωγραφικά ένα πεδίο δύσκολο να καλυφθεί όλο από μέσα, από τη διαρκή παρουσία του Λιμενικού. Προφανώς υπάρχουν και κυκλώματα διακινητών που λειτουργούν πιο αποτελεσματικά, αποτελεσματικά για αυτούς βέβαια, όσον αφορά τη διακίνηση της παράνομης μετανάστευσης από εκείνη την περιοχή. Γενικά το πρόβλημα εντοπίζεται στο νοτιοανατολικό Αιγαίο και νομίζω ότι θα πρέπει εκεί ο συντονισμός μεταξύ των αρμόδιων αρχών, λιμενικού αλλά κατ’ επέκταση και αστυνομίας και FRONTEX, να κατατείνει στην αντιμετώπιση των αυξημένων ροών εκεί πέρα. Είναι το σημείο αιχμής φέτος το καλοκαίρι.
Ο κ. Παναγιωτόπουλος απάντησε σε ερώτηση σχετικά με τα κυκλώματα των διακινητών λέγοντας χαρακτηριστικά: «Σε κάθε περίπτωση νομίζω ότι πρέπει να τα βρούμε. Αν είναι να ελεγχθούν τα κυκλώματα, αυτό θα γίνει και από τις δύο πλευρές. Δεν μπορεί να το κάνει μόνη η Ελλάδα, δεν μπορεί να το κάνει μόνη η Τουρκία, γι αυτό εκτιμώ ότι είναι απαραίτητη η συνεργασία σε αυτό το πεδίο και επωφελής και για τις δύο χώρες. Στο βάθος ασφαλώς θα υπάρχει πάντα η ευρωπαϊκή χρηματοδότηση. Η Ευρώπη χρηματοδοτεί την Ελλάδα προκειμένου να προστατεύει καλύτερα τα ελληνικά και ευρωπαϊκά σύνορα με μέσα και προσωπικό. Είναι χαρακτηριστικό ότι πάρα πολλά από τα μέσα, τα οποία αυτή τη στιγμή πρόκειται να αποκτήσει το λιμενικό, πλωτά αλλά και μέσα εποπτείας για το θαλάσσιο χώρο μας, τα θαλάσσια σύνορά μας, προέρχονται από χρηματοδοτήσεις ευρωπαϊκές αντιστοίχως και για την Τουρκία ασφαλώς, εάν Ευρωπαϊκή Ένωση και Τουρκία συμφωνήσουν. Τα χρήματα εκεί είναι πολλά περισσότερα γιατί έχει και περισσότερους από τρία εκατομμύρια κόσμο μέσα, τους οποίους φιλοξενεί. Πρόσφυγες από Συρία και από άλλες χώρες ασιατικές. Το θέμα είναι να υπάρχει μία συνέχεια και μία συνέπεια και ένας έλεγχος στο τέλος της παράνομης μετανάστευσης. Για να γίνει αυτό, θα πρέπει να βρούμε κοινό τόπο συνεργασίας και ως Ευρώπη, όχι μόνο ως Ελλάδα, και με την Τουρκία. Για παράδειγμα, σύμφωνα με το σύμφωνο Ευρώπης – Τουρκίας προβλέπονται και επιστροφές μεταναστών από ευρωπαϊκές χώρες ή από την Ελλάδα παράνομων μεταναστών στην Τουρκία όμως, από τον Μάρτιο του 2020 μετά την απόπειρα εισβολής του Έβρου, αυτός ο όρος συμφωνίας δεν εφαρμόζεται. Μήπως θα πρέπει να τον θέσουμε στο τραπέζι όταν έρθει η ώρα; μαζί με τα υπόλοιπα που έχουμε να θέσουμε; Εμένα με ενδιαφέρει αν θα το κάνουμε στην επόμενη συνάντηση που θα έχουμε με την τουρκική πλευρά εδώ με τον αρμόδιο Υπουργό. Ας δούμε λοιπόν πού βρισκόμαστε και πώς μπορούμε να πάμε, περάσαμε από σαράντα κύματα στις διμερείς σχέσεις με την Τουρκία, σας θυμίζω από το 2020, είχαμε εντάσεις και περιόδους μεγάλης ψυχρότητας. Το θέμα είναι τώρα που προσπαθούμε σε διάφορα πεδία να δούμε αν θα υπάρξει ποτέ ένα πεδίο συνεννόησης. Γνωστές οι διαφορές μας, γνωστές οι θέσεις της ελληνικής πλευράς. Δεν υπάρχει αμφιβολία επ’ αυτού. Μπορούμε να συνεννοηθούμε και σε αυτό το θέμα με αμοιβαίο όφελος και για τις δύο πλευρές; Νομίζω ότι οφείλουμε να προσπαθήσουμε. Δεν μπορώ να προεξοφλήσω το θετικό αποτέλεσμα οπωσδήποτε».
Ο Υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, αναφέρθηκε και στο συμβάν που εκτυλίχθηκε πρόσφατα στον Έβρο με τον τραυματισμό συνοριοφύλακα από πυροβολισμό: «Δεν μπορούμε να ξέρουμε ακόμα ποιος πυροβόλησε. Σε κάθε περίπτωση, ας αφήσουμε λίγο τις έρευνες, τις βαλλιστικές εξετάσεις να γίνουν εκεί στον Έβρο, ασφαλώς και ανησυχεί το γεγονός ότι σε αυτό το επεισόδιο είχαμε πυροβολισμό από την τουρκική πλευρά, από διακινητή, από κάποιον άλλον, δεν ξέρουμε, να μην βιαστούμε να οδηγηθούμε σε συμπεράσματα και φυσικά ο τραυματισμός το κάνει ακόμα χειρότερο. Το από πού, από τι όπλο προέρχεται η σφαίρα θα μπορούσε να οδηγήσει σε συμπεράσματα. Ας περιμένουμε πρώτα με το καλό ο άνθρωπος να αναλάβει γιατί μπορεί να είναι εκτός κινδύνου και αυτό είναι ασφαλώς ευτυχές γεγονός, όμως πρέπει να τον αφήσουμε και να αναρρώσει κάπως, να αναλάβει δυνάμεις. Σε κάθε περίπτωση ας περιμένουμε να δούμε σε τι πορίσματα θα οδηγήσουν οι σχετικές έρευνες. Ασφαλώς κρατάμε το γεγονός ότι ένα τέτοιο επεισόδιο με πυροβολισμό και τραυματισμό Έλληνα συνοριοφύλακα, είναι ανησυχητικό, ανεβάζει πίστα, θα έλεγα το επίπεδο της αντιπαράθεσης, παρά το γεγονός ότι οι ροές στον Έβρο είναι μειωμένες αυτό το διάστημα».
Αναφορικά με τον φράχτη στον Έβρο, ο κ. Παναγιωτόπουλος πρόσθεσε: «Τα αποτρεπτικά εμπόδια λειτουργούν. Ο φράχτης δεν θα καλύψει όλο το μήκος των συνόρων από το Δέλτα, από τη θάλασσα, δηλαδή μέχρι το βόρειο άκρο. Ασφαλώς και θα υπάρχουν σημεία στα οποία θα είναι αδύνατο να κατασκευαστεί εν πράξει. Η επέκταση του φράχτη είναι ειλημμένη απόφαση της κυβέρνησης και γίνεται σιγά σιγά. Το έδαφος δεν είναι παντού πρόσφορο, παραποτάμιες περιοχές είναι με σαθρό έδαφος, με διαστρωμάτωση εδάφους διαφόρων, να πω έτσι, αποχρώσεων και φύσεων. Δεν είναι απλό να στήσεις ένα τέτοιο σταθερό αν θέλετε εμπόδιο υπάρχουν και τεχνικά ζητήματα, όμως ο φράχτης προχωράει και θα επεκταθεί, δεν θα καλύψει το 100 % των συνόρων μας και πάντα θα υπάρχουν περάσματα. Όμως ο φράχτης τα μειώνει και επομένως κάνει τη δουλειά των διακινητών αλλά και των όποιων θέλουν να περάσουν και να εισέλθουν παράνομα στο έδαφος της χώρας μας, πολύ πιο δύσκολη σε σχέση με το παρελθόν.
Σχετικά με τη στοχοποίηση που δέχεται ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας, Νίκος Δένδιας, ο κ. Παναγιωτόπουλος πρόσθεσε: «Ο Νίκος Δένδιας είπε τα αυτονόητα όταν μίλησε περί τουρκικής εισβολής, κατοχής και τα λοιπά και νομίζω ότι καλύφθηκε πλήρως και από τον Πρωθυπουργό, δια μέσω του κυβερνητικού εκπροσώπου, ότι δεν είπε κάτι το οποίο είναι έξω από οποιαδήποτε γραμμή. Τώρα από κει και πέρα, όποτε η Τουρκία επισήμως επιτίθεται σε ‘Έλληνα υπουργό, νομίζω πολιτικά, καλό του κάνει περισσότερο παρά κακό, οπότε αν ήμουνα Νίκος Δένδιας δεν θα έχανα τον ύπνο μου για όλα αυτά. Είχαμε 2-3 πολύ δύσκολα χρόνια, που φτάσαμε κυριολεκτικά στην κόψη του ξυραφιού, θέλουμε να πιστεύουμε ότι τα έχουμε πίσω μας όλα αυτά τα δύσκολα. Σε κάθε περίπτωση όμως, δεν πρέπει να εφησυχαζόμαστε σε καμία περίπτωση και πρέπει να συνεχίζουμε την προσπάθεια που έχει αναληφθεί εδώ και κάποια χρόνια να ισχυροποιούμαστε, πρώτα απ’ όλα στρατιωτικά. Καλώς ή κακώς τον νόμο της ισχύος τον σέβονται πάρα πολύ στο διεθνές σκηνικό, ιδίως σε ένα διεθνές σκηνικό που γίνεται όλο και πιο απρόβλεπτο και ασταθές. Σε κάθε περίπτωση, ασφαλώς και σεβόμαστε και κινούμαστε με βάση το Διεθνές Δίκαιο. Από κει και πέρα όμως, έχει σημασία να είμαστε και να αισθανόμαστε, αλλά και να είμαστε ισχυροί όσον αφορά την αποτρεπτική μας ισχύ, και αποτρεπτική ισχύ, σημαίνει ισχυρές ένοπλες δυνάμεις. Η προσπάθεια λοιπόν που έχει αναληφθεί εδώ και κάποια χρόνια πρέπει να συνεχίζεται και καλώς συνεχίζεται».