Σε μια περίοδο έντονης ενεργειακής αβεβαιότητας, με τις γεωπολιτικές ισορροπίες να βρίσκονται σε τεντωμένο σκοινί, η ενεργειακή αυτάρκεια αποτελεί ένα κρίσιμο ζητούμενο, τόσο από την κάθε χώρα, όσο και από τους πολίτες της που αναζητούν «ενεργειακό μαξιλάρι». Το ΑΣΦΑ Αλεξανδρούπολης, που αναμένεται να ξεκινήσει τη λειτουργία του το 2023, είναι αυτή ακριβώς η περίπτωση αφού θα αποτελέσει μια νέα πύλη εισόδου φυσικού αερίου, ανεξάρτητη από γεωπολιτικούς τριγμούς, ικανή να τροφοδοτήσει την εγχώρια και περιφερειακή κατανάλωση.

Η απρόσκοπτη, όμως, παροχή φυσικού αερίου τόσο στο ελληνικό σύστημα μεταφοράς όσο και στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, έρχεται να εξασφαλίσει και κάτι ακόμη, εξίσου σημαντικό: τη χρήση του φυσικού αερίου ως μεταβατικό καύσιμο από την εποχή του λιγνίτη στην εποχή των ΑΠΕ. Είναι χαρακτηριστικό πως η κατανάλωση φυσικού αερίου στη χώρας μας διπλασιάστηκε από το 2014, συνάρτηση της επέκτασης του δικτύου αλλά και της βελτιστοποίησης του κόστους στη βιομηχανία και την καθημερινή χρήση. Το 2020 οι ηλεκτροπαραγωγοί κάλυψαν το 65% της ζήτησης φυσικού αερίου, το δίκτυο διανομής και το CNG το 18,5 %, και η βιομηχανία το 16,5%

Με δεδομένο, λοιπόν, πως ο βαθμός κάλυψης της επικράτειας στο δίκτυο φυσικού αερίου από το 28% το 2020 θα φθάσει το 40% το 2024, οι πρόσθετες ανάγκες στη ζήτηση τη μεταφορά και την αποθήκευση φυσικού αερίου απασχολούν ολοένα και εντονότερα.

Στη ζήτηση αυτή, το ΑΣΦΑ Αλεξανδρούπολης έρχεται να απαντήσει με τις πιο σύγχρονες τεχνικές προδιαγραφές. Πρόκειται για ένα καινοτόμο έργο, το οποίο περιλαμβάνει την εγκατάσταση της υπεράκτιας πλωτής μονάδας παραλαβής, αποθήκευσης και αεριοποίησης LNG (FSRU) και ένα σύστημα υποθαλάσσιου και χερσαίου αγωγού που συνδέεται με το Εθνικό Σύστημα Μεταφοράς Φυσικού Αερίου συνολικού μήκους 28 χιλιομέτρων.

Το FSRU θα βρίσκεται μόνιμα αγκυροβολημένο σε απόσταση 10χλμ από την πλησιέστερη ακτή και θα διαθέτει αποθηκευτική ικανότητα 153.500 κ.μ. LNG, με την ετήσια δυναμικότητα παροχής φυσικού αερίου στο σύστημα να είναι 5,5 δισ. κ.μ.

Πρόκειται για ένα έργο το οποίο έχει ήδη καλύψει για τα 10 πρώτα χρόνια λειτουργίας του έως και το 50% της ετήσιας δυναμικότητας αεριοποίησης.

Η ασφάλεια εφοδιασμού, η διαφοροποίηση των πηγών προμήθειας, η ευελιξία στην τροφοδοσία από πολλαπλούς προμηθευτές LNG καθώς και η χωροθέτηση, σε μία από κάθε άποψη ασφαλή περιοχή, αποτελούν μερικά από τα πλεονεκτήματα που χαρακτηρίζουν το έργο. Είναι αυτά τα οφέλη που έχουν αναγνωριστεί από την ελληνική κυβέρνηση και την ευρωπαϊκή κοινότητα, αλλά και από τους μετόχους της Gastrade που έχοντας λάβει πρόσφατα την Τελική Επενδυτική Απόφαση προχωρούν άμεσα στην κατασκευή του Τερματικού Σταθμού LNG στην Αλεξανδρούπολη.

Η υλοποίηση αυτού του έργου έρχεται σε μια κομβική στιγμή κατά την οποία η Ελλάδα θα χρειαστεί να υποκαταστήσει την εγκατεστημένη δυναμικότητα λιγνιτικών ενεργειακών μονάδων αναζητώντας σταθμούς άμεσης ανταπόκρισης στις αιχμές του συστήματος. Η απρόσκοπτη παροχή φυσικού αερίου αποτελεί μια βασική παράμετρο της σταθερότητας του δικτύου ενώ η ύπαρξη επιλογών στους παρόχους μειώνει την πιθανότητα ακραίων ή απότομων διακυμάνσεων στο κόστος ενισχύοντας την ασφάλεια εφοδιασμού αλλά και τον ανταγωνισμό.

Το συνολικό κόστος της επένδυσης έχει διαμορφωθεί σε περίπου 400 εκ. ευρώ και το έργο αναμένεται να είναι επιχειρησιακά έτοιμο στα τέλη του 2023. Η επένδυση έχει ενταχθεί στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Ανταγωνιστικότητα – Επιχειρηματικότητα – Καινοτομία (ΕΠΑΝΕΚ) του ΕΣΠΑ 2014-2020.

Προηγούμενο άρθροΠολεμος Ρωσίας-Ουκρανίας: 6 Έλληνες νεκροί και 6 τραυματίες σε επιθέσεις κοντά στη Μαριούπολη
Επόμενο άρθροΟι 3 λόγοι που ανησυχεί η Αθήνα από τις ενέργειες Πούτιν – Τι ρόλο θα παίξουν Σούδα και λιμάνι Αλεξανδρούπολης