Γιατί δεν αντιδρούμε;

Πολυπληθείς κοινωνικές ομάδες στη χώρα μας βλέπουν  το βιοτικό επίπεδό τους να καταβαραθρώνεται. Μπορεί οι υπάλληλοι του δημοσίου και οι συνταξιούχοι να διατήρησαν στο ακέραιο το εισόδημά τους μέσα στην πανδημία, σε μερικές μάλιστα περιπτώσεις αριθμός συνταξιούχων, κόντρα στη συνολική κατάσταση της κοινωνίας, είδαν και μικρές αυξήσεις, πολλοί μάλιστα θα δουν, σύμφωνα με τη λογική περί κοινωνικής δικαιοσύνης στη χώρα μας, και αναδρομικά, όμως η κατάσταση της συντριπτικής πλειοψηφίας των ιδιωτικών υπαλλήλων των μικροεπαγγελματιών και των ελεύθερων επαγγελματιών  προσλαμβάνει καθημερινά τα αγωνιώδη χαρακτηριστικά της επιβίωσης. Βέβαια, δόθηκε ένα ελάχιστο βοήθημα με αφορμή το lockdown αλλά αυτό έχει εξανεμιστεί προ πολλού. Γιαυτό είναι εντυπωσιακό ότι δεν υπάρχουν κοινωνικές αντιδράσεις παρόλο που η ζωή πολλών εξαθλιώνεται χωρίς προοπτική βελτίωσης αφού σε όλα τα άλλα έρχεται να προστεθεί και η τεχνολογία που καταργεί διαρκώς θέσεις εργασίας. Μπορεί βέβαια ένα μεγάλο ποσοστό του νεανικού δυναμικού της χώρας να έχει μεταναστεύσει, όμως η έλλειψη αντιδράσεων παραμένει ένα σοβαρό ζήτημα για την συμπεριφορά της κοινωνίας και τα αντανακλαστικά της. Γιατί συμβαίνει αυτό;

Γράφει ο Ούλριχ Μπεκ για το ρόλο του εχθρού: «Σε όλες τις μέχρι τώρα δημοκρατίες υπάρχουν δύο είδη εξουσίας: Η μία πηγάζει απ’ το λαό, η άλλη απ’ τον εχθρό… Εν όψει της απειλής του εχθρού όλες οι αντιθέσεις και οι αντιφάσεις διαλύονται..» Και συνεχίζει: «Οι εικόνες του εχθρού δίνουν ισχύ. Οι εικόνες του εχθρού έχουν απόλυτη προτεραιότητα στις συγκρούσεις, υπερβαίνουν τις ταξικές συγκρούσεις… Καθώς σε όλες τις δημοκρατίες η συναίνεση έχει γίνει μονίμως ένας σπάνιος πόρος, μπορεί κανείς να πει ότι τα δημοκρατικά κράτη  εξαρτώνται σε ιδιαίτερο βαθμό από την παραδημοκρατική δευτερογενή πηγή – την εικόνα του εχθρού – από την οποία αναδύεται η συναίνεση». Αποτελεί σχήμα οξύμωρο η αντιπαράθεση των δύο στόλων νότια του Καστελόριζου σε μια θαλάσσια έκταση που ακόμη δεν έχει οριοθετηθεί, με τις δύο πλευρές να διεκδικούν την κυριαρχία της  ενώ αμφότερες γνωρίζουν ότι χωρίς τη συμφωνία τους ή την προσφυγή στη Χάγη αυτή η αντιπαράθεση δεν οδηγεί στην επίλυση του προβλήματος.. Όμως η ένταση που προκαλείται με τις δηλώσεις εκατέρωθεν προσφέρει υπηρεσίες στην πολιτική ηγεσία των δύο χωρών. Επικαλύπτει όλα τα εσωτερικά προβλήματα και επιβάλλει τη συναίνεση ενώ με την επίκληση της απειλής του εχθρού εκμηδενίζει κάθε σκέψη για αντίδραση.

Όμως η κυβέρνηση εργαλειοποίησε και την πανδημία που νέκρωσε την αγορά και οδήγησε τους ανθρώπους της στην απόγνωση ενώ συνεχίζει να επιτείνει τα αδιέξοδα. Ο τρόπος διαχείρισης των κρίσεων με την επίκληση του εχθρού αφενός και της πανδημίας αφετέρου, αποδεικνύει ότι ο φόβος αξιοποιείται από την κυβέρνηση ως πολιτική κατευνασμού της πλειοψηφίας της κοινωνίας  Πώς επιτυγχάνεται αυτό; «(Θα) πρέπει, μας λέει ο Ζίγκμουντ Μπάουμαν, να ενισχυθεί ή τουλάχιστον να δραματοποιηθεί (το θέμα της προσωπικής ασφάλειας) σε τέτοιο βαθμό, ώστε να εμπνεύσει ένα επαρκές επίπεδο φόβου και την ίδια στιγμή να υπερβεί σε βαρύτητα, να επισκιάσει και να υποβιβάσει σε δευτερεύουσα θέση την οικονομικά παραγόμενη ανασφάλεια». Αυτή τη δυνατότητα έδωσε η πανδημία στον Κυριάκο Μητσοτάκη και την έχει αξιοποιήσει στο έπακρο, να προβάλλει δηλαδή την απειλή επισκιάζοντας ακόμη και άμεσα προβλήματα επιβίωσης κοινωνικών ομάδων.

Όμως, οι σημερινές συνθήκες αναδεικνύουν όσο ποτέ άλλοτε την αδυναμία συσπείρωσης και κυρίως οργάνωσης των εργατοϋπαλλήλων, των εργαζόμενων της ευέλικτης εργασίας, των ανέργων, την αδυναμία της συνδικαλιστικής εκπροσώπησης τους. Η ΓΣΕΕ, η οποία τυπικά εκπροσωπεί τους εργατοϋπαλλήλους, συνέβαλε τα μέγιστα στη συνδικαλιστική τους περιθωριοποίηση, με αποτέλεσμα ιδιωτικοί υπάλληλοι, εργάτες,  τεχνίτες  του ιδιωτικού τομέα να παραμένουν ουσιαστικά χωρίς εκπροσώπηση. Ως μοχλός αξιοποιήθηκαν οι ΔΕΚΟ με την ένταξη των υπαλλήλων τους στη ΓΣΕΕ, με αποτέλεσμα αυτή από εκφραστής των χαμηλόμισθων του ιδιωτικού τομέα να διοικείται από εργαζόμενους του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Είναι όμως δυνατόν υπάλληλοι των ΔΕΚΟ να εκπροσωπούν τους εργατοϋπαλλήλους του ιδιωτικού τομέα; Άλλες συνθήκες και σχέσεις εργασίας, αγεφύρωτη διαφορά στις αποδοχές, συνδικαλιστικές άδειες και προνόμια που προκαλούν. Σήμερα που η έλλειψη αξιόπιστου συνδικαλιστικού φορέα  αποτυπώνεται στα αδιέξοδα των εργαζόμενων, είναι πλέον ολοφάνερο ότι οι ΔΕΚΟ χαρακτηρίσθηκαν ως Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου (Ν.Π.Ι.Δ.) με πρόσχημα τη λειτουργία τους με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, με σκοπό όμως την ένταξη των υπαλλήλων τους στη ΓΣΕΕ και επιδίωξη τη νόθευση του συνδικαλιστικού κινήματος και τον έλεγχο των αντιδράσεων των εργαζόμενων του ιδιωτικού τομέα. Το γεγονός μάλιστα ότι σε συνδικαλιστικές παρατάξεις, όπως π.χ. της ΔΑΚΕ αλλά και σε άλλες, πρόεδρος του ιδιωτικού τομέα είναι υπάλληλος ΔΕΚΟ επιβεβαιώνει του λόγου το αληθές.

Προηγούμενο άρθροΔημοσχάκης: Με σταθερό & αποφασιστικό βηματισμό, η κυβέρνηση καθιστά την Ελλάδα ισχυρό παίχτη στην διεθνή πολιτική και διπλωματική σκακιέρα!
Επόμενο άρθροΚρούσμα ελονοσίας στον Έβρο