Δεν είναι μόνον η Μαριούπολη

Έγραφε ο Παναγιώτης Κονδύλης στη “Θεωρία του Πολέμου” για το “γεωπολιτικό ισοδύναμο” της χώρας μας, δηλαδή την γεωγραφική εξάπλωση του ελληνικού έθνους: «Το γεωπολιτικό δυναμικό  της Ελλάδας, αποτυπωνόταν κατά τον 19ο αιώνα και ίσαμε το σημαδιακό 1922 πολύ περισσότερο στο έθνος παρά στο κράτος… Έκτοτε αρχίζει η αντίστροφη μέτρηση που διαρκεί μέχρι σήμερα. Το έθνος συνέπεσε εν τέλει με το κράτος όχι γιατί το κράτος διευρύνθηκε αλλά διότι το έθνος ακρωτηριάστηκε και συρρικνώθηκε γιατί αφανίστηκε ή εκτοπίστηκε ο ελληνισμός της Ρωσίας (μετά το 1919), της Μ. Ασίας (μετά το 1922), των Βαλκανίων και της Μ. Ανατολής (ιδίως μετά το 1945). Ακολούθησε η εκδίωξη του ελληνισμού από την Κων/πολη (1955) και τη βόρεια Κύπρο (1974) ενώ σήμερα παρευρισκόμαστε μάρτυρες της αποσύνθεσης και της μαζικής φυγής του ελληνισμού της Βορείου Ηπείρου. Πρόκειται για μια εξαιρετικά πυκνή αλυσίδα εθνικών καταστροφών σε διάστημα ελάχιστο από ιστορική άποψη – εβδομήντα μόλις χρόνια». Και κατέληγε: «Το ελληνικό κράτος δεν στάθηκε σε καμιά φάση ικανό να προστατεύσει αποτελεσματικά τον ευρύτερο ελληνισμό και να αναστείλει τη συρρίκνωσή του ή τον αφανισμό του». Μπορεί σήμερα να προστατεύσει τις ομογένειες όπου απέμειναν;

Ο υπουργός Εξωτερικών κ. Δένδιας επισκέφθηκε για δεύτερη φορά την Ουκρανία μέσα σε ένα εξάμηνο, με επίκεντρο αυτή τη φορά την περιοχή της Μαριούπολης, όπου διαβιεί πολυπληθής κοινότητα ομογενών. Μένει να φανεί αν το κίνητρο των επισκέψεων ήταν αποκλειστικά η ασφάλεια της ομογένειας, ή η αξιοποίησή της ως εφαλτήριο παρέμβασης στο ουκρανικό πρόβλημα με στόχο την ανάσχεση της τουρκικής επιρροής εκεί, η οποία συνεχώς ενισχύεται με επιχείρημα την προστασία των τουρκόφωνων Τατάρων της Κριμαίας και όχημα τη διπλωματία των μη επανδρωμένων drones, τα λεγόμενα “Μπαιρακτάρ”, με τα οποία ενισχύει το Κίεβο εναντίον των ρωσόφωνων της ανατολικής Ουκρανίας

Από πού εγείρονται οι επιφυλάξεις για τις προθέσεις και τις δυνατότητες της Αθήνας; Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση της εγκατάλειψης της ομογένειας μας στην Βόρεια Ήπειρο, παρόλο που υφίσταται άμεση γειτνίαση με τη χώρα μας. Μάλιστα από το 1992 η ελληνική κυβέρνηση με αφορμή τις εξελίξεις στη Γιουγκοσλαβία και το μελλοντικό καθεστώς του Κοσσόβου, είχε αξιώσει «να υπάρξουν ενιαίες αρχές για την αντιμετώπιση ομοειδών περιπτώσεων που αναδεικνύονται από την γιουγκοσλαβική κρίση» και συγκεκριμένα ζήτησε οποιοδήποτε καθεστώς προβλεφθεί για το Κόσσοβο, δηλαδή αυτονομία, ανεξαρτησία ή προσάρτηση στην Αλβανία, να ισχύσει και για τους Έλληνες της Β. Ηπείρου, χαρακτηρίζοντας τις δύο περιπτώσεις ως «ομοειδείς». Από τον Φεβρουάριο του 2008 το Κόσσοβο έχει διακηρύξει την ανεξαρτησία του ενώ η ομογένειά μας της Β. Ηπείρου φυλλοροεί σε σημείο πλήρους εγκατάλειψης των πατρογονικών εστιών της. Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ στις πρώτες εκλογές στην Αλβανία μετά την κατάρρευση του Αλία το 1991, η ομογένεια έστειλε στην αλβανική βουλή πέντε βουλευτές με τους μειονοτικούς συνδυασμούς και άλλους δέκα τρεις με τα άλλα κόμματα, δηλαδή συνολικά δέκα οκτώ, στις πρόσφατες εκλογές εκλέχθηκαν μόνον δύο βουλευτές, ενδεικτικό του μεγέθους της συρρίκνωσής της. Ποιές  «ομοειδείς περιπτώσεις» λοιπόν; Αποτελεί μάλιστα ακραία αντίφαση η σημερινή πολιτική της Αθήνας έναντι του Κοσσόβου. Τη ώρα δηλαδή που η ομογένεια της Β. Ηπείρου αφανίζεται, η Αθήνα, κατά την επίσκεψη του κ. Δένδια στην Πρίστινα τον περασμένο Ιούνιο, αναβάθμισε την αντιπροσώπευση του Κοσσόβου στη χώρα μας, “κατόπιν πιέσεων” όπως αναγράφηκε στον Τύπο. Μάλιστα, τον περασμένο μήνα ο κ. Δένδιας υποδέχθηκε στη Αθήνα την κοσσοβάρα ομόλογό του και διακήρυξε για άλλη μια φορά τη βούληση της Αθήνας στην ενσωμάτωση των Δυτικών Βαλκανίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δηλαδή την ένταξη και του Κοσσόβου στην ΕΕ. Σε τέτοιο σημείο λοιπόν οι “πιέσεις” υπαγορεύουν την εξωτερική μας πολιτική, ακόμη και ενάντια στα εθνικά μας συμφέροντα; Διότι σήμερα, ενώ οι ομοεθνείς μας στην Αλβανία τελούν υπό συνεχή διωγμό, η Αθήνα τάσσεται αναφανδόν υπέρ της ένταξης της Αλβανίας στην ΕΕ, μάλιστα είναι χαρακτηριστικό ότι η καταπιεστική πολιτική των Τιράνων σε βάρος της ομογένειας άρχισε να γίνεται εντονότερη μετά τη χορήγηση του καθεστώτος της υποψήφιας προς ένταξη χώρας στην Ε.Ε. με την ελληνική συναίνεση. Και σαν να μην έφτανε αυτό, στα πλαίσια του ΝΑΤΟ η ελληνική πολεμική αεροπορία διασφαλίζει τον εναέριο χώρο της Αλβανίας. Όμως όπως έγραφε πάλι ο Κονδύλης “ο μελλοντικός εκ Βορρά  κίνδυνος για την Ελλάδα δεν θα προέλθει από τους Σλαβομακεδόνες, όπως πιστεύουν Έλληνες εθνικιστές αγκυλωμένοι σε εμφυλιοπολεμικές μνήμες, αλλά πιθανότατα από μια Μείζονα Αλβανία”. Ενώ ο πρωθυπουργός της Αλβανίας Έντι Ράμα, δεν δίστασε να δηλώσει παλαιότερα ότι «η ενοποίηση των Αλβανών της Αλβανίας και του Κοσσόβου είναι αναπόφευκτη και δεν υφίσταται αμφισβήτηση». Διερωτήθηκε μόνον πώς θα συμβεί: «Θα συμβεί στο πλαίσιο της Ε.Ε., ως φυσική συνέπεια που όλοι κατανοούν ή θα γίνει ως αντίδραση στην τύφλωση ή οκνηρία της Ε.Ε.;». Τί μπορεί να προσφέρει λοιπόν η Αθήνα στη μακρινή Μαριούπολη;;

Προηγούμενο άρθροΣυνάντηση του Δημάρχου Αλεξανδρούπολης Γιάννη Ζαμπούκη με τον ΥΦΕΘΑ Νίκο Χαρδαλιά
Επόμενο άρθροΣτη Σαμοθράκη ο Υφυπουργός Εθνικής Άμυνας Νικόλαος Χαρδαλιάς