Η κυβέρνηση έχει επικεντρώσει τελευταία το βάρος των προσπαθειών της στην επίτευξη προσδιορισμού των μεσοπρόθεσμων μέτρων για την απομείωση του χρέους. Η πρόθεση είναι προφανής: Να εμφανιστεί η ρύθμιση του χρέους ως αντιστάθμισμα για τα αντιλαϊκά μέτρα που ήδη έχουν ψηφιστεί από τη Βουλή. Μόνον που οι επιπτώσεις των μεν και των δε είναι ετεροχρονισμένη αφού ή επιβάρυνση από τα μέτρα θα είναι άμεση ενώ η οποιαδήποτε οικονομική ωφέλεια από την απομείωση του χρέους θα επιμερίζεται μέχρι το 2060. Η μοναδική άμεση ωφέλεια από τη ρύθμιση του χρέους θα εξαντλείται στην ένταξη της χώρας στην ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ, η οποία όμως θα ολοκληρωθεί στο τέλος του έτους και ως εκ τούτου ελάχιστα θα ωφεληθεί η χώρα μας αλλά και στην έξοδο στις αγορές με επιτόκιο όμως πολλαπλάσιο του επιτοκίου του ESM. Η άποψή μου είναι ότι και αν ακόμη το χρέος μηδενιστεί θα αναπαραχθεί εκ του μηδενός διότι η νοοτροπία που το δημιούργησε παραμένει η ίδια: Κακοδιοίκηση, λαϊκισμός, πελατειακές σχέσεις σε μικρότερο ίσως βαθμό διότι τα περιθώρια στένεψαν οικονομικά αλλά η νοοτροπία παραμένει η ίδια. Διότι «η χώρα μας εξακολουθεί να ζει παρότι η πραγματικότητα στην οποία αντιστοιχεί έχει πεθάνει. Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι η πραγματικότητα έχει πεθάνει μας λέει ο Ούλριχ Μπεκ. Σημαίνει ακριβώς το αντίθετο. Σημαίνει πως υπάρχει μια νέα ζωντανή πραγματικότητα την οποία δεν βλέπουμε επειδή νεκρές ιδέες στοιχειώνουν και συννεφιάζουν το μυαλό μας και μας κάνουν να μην αντιλαμβανόμαστε το καινούργιο». Γιαυτό το ελληνικό χρέος δημιουργήθηκε ως άθροισμα υψηλών δημοσιονομικών ελλειμμάτων επί σειρά ετών, δηλαδή λόγω της κακοδιαχείρισης κ.α.π. και όχι εξ αιτίας της υπερχρέωσης των τραπεζών, όπως συνέβη με τα άλλα μνημονιακά κράτη που έσπευσαν να διασώσουν τις τράπεζές τους.

Πόσο μπορεί, ρεαλιστικά πλέον, να επηρεάσει τη ζωή μας η απομείωση του χρέους και να συμβάλει στην υπέρβαση της κρίσης; Ο Ντάνιελ Γκρος, δ/ντής του Centre for European Policy Studies στις Βρυξέλλες, έγραφε στις 21/5/2017 σε άρθρο του στην Καθημερινή: «Το συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι η άφεση χρεών, σε συνθήκες τόσο χαμηλών επιτοκίων, (με τα οποία η χώρα μας αποπληρώνει το χρέος) κάνει μικρή διαφορά. Ας υποθέσουμε ότι οι Ευρωπαίοι αποφασίζουν να διαγράψουν 100δις ευρώ από το χρέος της Ελλάδας. Τι θα άλλαζε; Αυτή η τεράστια παραχώρηση θα οδηγούσε σε εξοικονόμηση λίγο μεγαλύτερη του 1 δις ευρώ ετησίως…. Η συζήτηση για τη διαγραφή χρεών είναι ένας επικίνδυνος περισπασμός από το πραγματικό πρόβλημα, που είναι το επίμονο τέλμα των ελληνικών εξαγωγών».

Ο καθηγητής Χανς Βέρνερ Ζιν, επί 17 χρόνια πρόεδρος του Διεθνούς Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών (IFO) στο Μόναχο σε συνέντευξή του πριν ένα χρόνο στην ίδια εφημερίδα είχε εστιάσει το ελληνικό πρόβλημα στο τεράστιο έλλειμμα ανταγωνιστικότητας που έχει. Για να προσθέσει: «Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής κάνουν ένα μεγάλο λάθος όταν εστιάζουν μόνο στο πρόβλημα του χρέους. Η επίλυση του συγκεκριμένου προβλήματος δεν θα δημιουργήσει ανταγωνιστικές θέσεις εργασίας. Είναι απλά ένας καλλωπισμός του σκηνικού».

Πώς μπορεί λοιπόν ένα υπερχρεωμένο κράτος να υπερβεί το αδιέξοδο του χρέους; Οι Βρυξέλλες, επιμένουν να αγνοούν τον τρόπο, αυτονόητο θάλεγα, που προτείνει ο Paul Krugman στο βιβλίο του «Τέλος στην Ύφεση, Τώρα!» τον οποίο θα μπορούσαμε να ονομάσουμε “Μηχανική Απομείωσης του Χρέους” διότι αποτελεί τεκμηριωμένα μονόδρομο: Το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ, το οποίο εκφράζεται με κλάσμα, με αριθμητή το χρέος και παρανομαστή το ΑΕΠ, μειώνεται όσο αυξάνει ο παρονομαστής. Αυτό μπορεί να συμβεί μόνον με την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό. Ο Paul Krugman υποστηρίζει ότι «δεν είναι και τόσο τραγικό το χρέος να συνεχίσει να αυξάνεται, αρκεί να αυξάνεται πιο αργά από το άθροισμα του πληθωρισμού και της οικονομικής ανάπτυξης», δηλαδή ο αριθμητής να αυξάνεται πιο αργά από τον παρονομαστή. Μάλιστα αναφέρει ως παράδειγμα το χρέος των 241 δις. δολαρίων των ΗΠΑ στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, το οποίο αντιστοιχούσε στο 120% του ΑΕΠ, και δεν αποπληρώθηκε! Πώς; Το χρέος, ο αριθμητής του κλάσματος, ήταν το 1962 περίπου όσο και το 1946, δηλαδή παρέμεινε σταθερός. Όμως ο παρανομαστής, το ΑΕΠ, αυξήθηκε χάρη σε έναν συνδυασμό ήπιου πληθωρισμού και σημαντικής οικονομικής ανάπτυξης με αποτέλεσμα η αναλογία χρέους προς ΑΕΠ να πέσει το 1962 κατά 60% και να συνεχίσει να μειώνεται τις δεκαετίες του 1960 και του 1970. Η χώρα μας σήμερα έχει μηδενική ανάπτυξή και αυτή που προβλέπεται έχει λογιστικό και όχι πραγματικό χαρακτήρα αφού κάθε προσπάθεια να ανακάμψει παραγωγικά εγκλωβίζεται στα μνημόνια. Μέχρι σήμερα, τρία μνημόνια βύθισαν τη χώρα στην ύφεση. Μάλιστα εκτόξευσαν το χρέος από το 120% του ΑΕΠ στο 180%, τροχοπεδώντας την παραγωγική ανάκαμψη και αποδεικνύοντας ότι τα μνημόνια παράγουν χρέος. Αυτό σημαίνει πως και αν ακόμη το χρέος είχε μηδενιστεί, η λήψη των υφεσιακών μνημονιακών μέτρων θα το αναπαρήγαγε.

Μακροδημόπουλος Δημήτρης

Προηγούμενο άρθροΒασίλης Καρακώστας: “Ομαλή εξέλιξη της μετασεισμικής ακολουθίας… Μετά από εβδομάδες θα ησυχάσει η περιοχή”
Επόμενο άρθροΠάλι λάθος κατάλαβε ο κ. Μιχαηλίδης