Υπάρχουν δύο προϋποθέσεις για να μπει η Λιβύη σε έναν δρόμο σχετικής κανονικότητας, τις οποίες ασπάζονται πολλές χώρες στον πλανήτη με μία εκ των εξαιρέσεων να αποτελεί η Τουρκία. Αφενός θα πρέπει να πραγματοποιηθεί η διεξαγωγή εκλογών στον χρόνο που έχει οριστεί, δηλαδή στις 24 Δεκεμβρίου και αφετέρου, να ολοκληρωθεί η απόσυρση ξένων στρατευμάτων και μισθοφόρων πριν τις εκλογές.

Είναι σημαντικό η απόσυρση να πραγματοποιηθεί πριν από τις εκλογές του Δεκεμβρίου, ώστε αυτές να γίνουν σε ένα κλίμα, που δεν θα μπορεί να υποστηρίξει κάποιος ότι η παρουσία αυτών, επηρέασε με οποιοδήποτε τρόπο το αποτέλεσμα. Έχει σημασία πως αυτή τη φορά μία διεθνής διάσκεψη βρίσκει την Ελλάδα να δηλώνει το παρών, μετά από πρόσκληση της Γαλλίας, και την Τουρκία να υποεκπροσωπείται με τον υφυπουργό εξωτερικών της, δηλώνοντας έτσι και την ενόχληση της.

Βέβαια κανείς δεν περιμένει ότι όποιες αποφάσεις ληφθούν θα δεσμεύσουν την Τουρκία. Οπωσδήποτε όμως θα υπάρξει μία πίεση προς αυτήν, αν κι εφόσον και ο αμερικανικός παράγοντας, που φαίνεται να ενεργοποιείται στο ζήτημα της Λιβύης, ασκήσει με τη σειρά του πίεση στο σκέλος της απόσυρση των ξένων στρατευμάτων και μισθοφόρων. Τους Αμερικανούς άλλωστε τους ενδιαφέρει το ζήτημα, λόγω και της Ρωσίας.

Καθοριστικός στο μεταναστευτικό ζήτημα είναι ο ρόλος της Ιταλίας, η οποία ενδιαφέρεται για την κατοχύρωση των ενεργειακών της συμφερόντων και την αντιμετώπιση των προσφυγο-μεταναστευτικών ρευμάτων, τα οποία είναι αλήθεια πως τα τελευταία χρόνια έχουν ελεγχθεί σε πολύ σημαντικό βαθμό, παρά την κρίση στη Λιβύη.

Προκαλεί απορίες το τάιμινγκ που επέλεξε η Τουρκία για να επαναφέρει το ζήτημα αυτό, με τη Λευκορωσία υπό μεγάλη πίεση, εξαιτίας της εργαλειοποίησης του ανθρώπινου πόνου, καθώς η κατάσταση παραπέμπει σε μεγάλο βαθμό στον Μάρτιο του 2020 και στην περίπτωση του Έβρου.

Θεωρητικά η Τουρκία θα έπρεπε να κρατήσει πιο χαμηλά τον πήχη, από ότι έκανε ο Ερντογάν με τις δηλώσεις και τις απειλές του πως θα στείλει εκ νέου πρόσφυγες και μετανάστες προς την Ελλάδα. Αντί δηλαδή να βγει δηλαδή απ’ το επίκεντρο της προσοχής, ο ίδιος επιλέγει να παραμείνει σε αυτό με τον κακό τρόπο.

Η απειλή ενός νέου Έβρου ή ενός νέου κύματος μεταναστών στα νησιά τον κατατάσσει στην ίδια μοίρα με τον Λουκασένκο, καθιστώντας τον μέρος και αυτού του προβλήματος που τείνει να μετατραπεί σε μια νέα προσφυγική κρίση. Πάντως, δεν υπάρχουν σοβαρές πιθανότητες πρόκλησης νέας κρίσης από μεριάς Άγκυρας, γιατί το ρίσκο στην παρούσα φάση είναι πολλαπλάσιο (και λόγω συγκυρίας) και η Ελλάδα είναι επαρκώς προετοιμασμένη για να την αντιμετωπίσει.

Πολύ περισσότερο, από τη στιγμή, που οι Τουρκικές Αερογραμμές ελέγχονται για τη συνεισφορά και διευκόλυνση που παρείχε στη Λευκορωσία, με την αποστολή με one-way εισιτήριο, χωρίς επιστροφή δηλαδή, σε Σύρους Ιρακινούς και πολίτες Υεμένης προς το Μινσκ. Εκεί βέβαια χρησιμοποιήθηκαν από τις αρχές της Λευκορωσίας εναντίον της Λιθουανίας και της Πολωνίας και εν τέλει της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Θα περίμενε κανείς λιγότερη αμετροέπεια από την Τουρκία. Οι κυρώσεις βέβαια οδήγησαν στο να μαζευτεί η αεροπορική εταιρεία και να μην συνεχίσει να στέλνει πρόσφυγες και μετανάστες προς τη Λευκορωσία. Τελικά αυτό δείχνει πως αν οι κυρώσεις έχουν πρακτικό αντίκρισμα, είναι ουσιαστικές και σοβαρές λαμβάνονται υπόψιν ακόμα και από την Τουρκία κι ας δείχνει πως δήθεν δεν τις υπολογίζει.

Σχετικά με την παρέμβαση του πρωθυπουργού στη Διάσκεψη, η Ελλάδα έκανε σαφές πως θέλει να διευθετήσει το ζήτημα των θαλάσσιων ζωνών, με τρόπο που το έχει ξανακάνει η Λιβύη και δεν είναι ο παράνομος τρόπο που της επέβαλε η Τουρκία μία αντικανονική συμφωνία.

Μία λύση θα μπορούσε να ήταν οι συμφωνίες που έχει πραγματοποιήσει η Λιβύη με την Τυνησία και τη Μάλτα, μέσω της προσφυγής της στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Η Ελλάδα είναι έτοιμη με την επόμενη κυβέρνηση της χώρας να ανοίξει αυτό το κανάλι και να προχωρήσει με μεθοδικό τρόπο σε μία ανάλογη οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών.

Αυτό δείχνει πως η Ελλάδα θέλει να κλείσει όλες τις εκκρεμότητες της με γειτονικά κράτη, στο μέτωπο των θαλάσσιων ζωνών, καθώς υπάρχει η διαδικασία που πρόκειται να ξεκινήσει με την Αλβανία στη Χάγη. Με αυτό τον τρόπο, το ζήτημα της οριοθέτησης με την Τουρκία θα μείνει τελευταίο, αλλά αυτή τη φορά η Ελλάδα μπορεί να ξεκινήσει από ισχυρότερη βάση.

* O Kωνσταντίνος Φίλης είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Αμερικανικού Κολεγίου Ελλάδας και αναλυτής διεθνών θεμάτων του ΑΝΤ1.

ΠΗΓΗwww.liberal.gr

Προηγούμενο άρθροΠιθανή βουλγαρική μετάλλαξη απειλεί την Ευρώπη – «Εκρηκτικό» το μείγμα χαμηλού εμβολιασμού και διάδοσης του ιού στη χώρα
Επόμενο άρθροΠαύλος Χρηστίδης: “Κόμμα που δεν έχει νέους ανθρώπους στα τεκταινόμενα… δεν έχει μέλλον”