Αποδεικνύεται καθημερινά ότι το σύμφωνο Ερντογάν – Σάρατζ, για τις ΑΟΖ μεταξύ Τουρκίας – Λιβύης έχει κλιμακώσει στο έπακρο την ελληνοτουρκική αντιπαράθεση διευρύνοντας το γεωπολιτικό πεδίο της από το Αιγαίο και την  κυπριακή ΑΟΖ μέχρι τη Λιβύη. Όμως, θα μπορούσε να είχε αποτραπεί η συνομολόγηση του συμφώνου ή να είχε καθυστερήσει η υπογραφή του μέχρι σήμερα που η λιβυκή κρίση, μετά την αποδοχή από τον στρατηγό Χάφταρ της πρότασης Πούτιν – Ερντογάν για την κατάπαυση του πυρός, οδηγείται στη φάση των διαπραγματεύσεων και ως εκ τούτου δεν θα υφίστατο; 

Τον περασμένο Ιούλιο ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Μουσταφά Ακιντζί κοινοποίησε στον πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκο Αναστασιάδη επιστολή που απέστειλε  στον Γ.Γ. του ΟΗΕ με την οποία πρότεινε τη συγκρότηση κοινής επιτροπής υδρογονανθράκων, για τον διαμοιρασμό των κερδών και τις υφιστάμενες αδειοδοτήσεις. Στην ίδια επιστολή περιλαμβάνονταν, μεταξύ άλλων, πρόταση για δημιουργία κοινού ταμείου υδρογονανθράκων καθώς και πρόταση για συνεργασία με την ελληνοκυπριακή πλευρά στην έρευνα και εξόρυξη υδρογονανθράκων γύρω από την Κύπρο. Ουσιαστικά η πρόταση Ακιντζί θεμελιώνονταν στα όσα ανέφερε ο πρώην ΥΠΕΞ της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκος Ρολάνδης στην ανοικτή επιστολή που απηύθυνε προς τον Κύπριο πρόεδρο τον Μάιο του 2017. Ήταν μάλιστα εναρμονισμένη με τις δηλώσεις των εκπροσώπων όλων των ισχυρών δυνάμεων και οργανισμών (ΟΗΕ, ΕΕ, ΗΠΑ, Ρωσία, κ.α.), σύμφωνα με  τις οποίες το “αέριο πρέπει να διαμοιραστεί δίκαια μεταξύ των δύο κοινοτήτων στο πλαίσιο μιας συνολικής διευθέτησης”. Και όμως η πρόταση του Τ/Κ ηγέτη απορρίφθηκε ομόφωνα από το Συμβούλιο Αρχηγών που συνήλθε υπό τον πρόεδρο Αναστασιάδη. Με ποια δικαιολογία; Διότι, σύμφωνα με το κοινό ανακοινωθέν, η πρόταση αυτή, «δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή καθώς αποπροσανατολίζει από την ουσία του Κυπριακού (προβλήματος)». Τα ανωτέρω αποδεικνύουν ότι η πολιτική του προέδρου Αναστασιάδη είναι εντελώς αντιφατική γιαυτό και αποτελεί τον πυροκροτητή των εξελίξεων στην Ανατολική Μεσόγειο. Διότι από τη μια διακηρύσσει ότι επιθυμεί την επίλυση του Κυπριακού, να συμβιώσουν δηλαδή οι δύο κοινότητες της Κυπριακής Δημοκρατίας, επί πλέον αποδέχεται το δικαίωμα των Τουρκοκυπρίων στην εκμετάλλευση των ενεργειακών πηγών αλλά επιμένει να τους αποκλείει  προβάλλοντας το δόγμα «πρώτα η λύση (του Κυπριακού), και μετά η συζήτηση για το αέριο» που είναι εντελώς ανεδαφικό και προσχηματικό διότι δεν μπορεί να υπάρξει λύση του Κυπριακού στις σημερινές συνθήκες χωρίς την επίλυση του ενεργειακού, ίσως μάλιστα το ενεργειακό να αποτελεί τον καταλύτη της επίλυσής του κυπριακού προβλήματος. Είναι φανερό, πιστεύω, ότι η αποδοχή της πρότασης Ακιντζί, θα αποστερούσε από την Άγκυρα, κατά τη διάρκεια των συζητήσεων των δύο κοινοτήτων για την κατανομή των ενεργειακών πηγών, κάθε επιχείρημα ώστε να προβεί στη συνομολόγηση του συμφώνου με την κυβέρνηση του Σάρατζ που αγνοεί την ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας ή τουλάχιστον θα καθυστερούσε σημαντικά την υπογραφή του στην περίπτωση αποτυχίας των διαπραγματεύσεων. Διότι θα ήταν αδιανόητο να συζητούν οι δύο κοινότητες  (με τη συναίνεση προφανώς και της Άγκυρας) για την κατανομή των ενεργειακών πηγών εντός της κυπριακής ΑΟΖ και ταυτόχρονα ο Ερντογάν να συνυπογράφει με τον Σάρατζ το σύμφωνο που αγνοεί (μηδενίζει) την ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Ποιος όμως ωφελείται από τη συνεχή ένταση που προκαλείται με επίκεντρο την Κύπρο; Προφανώς η  Γαλλία, που με εφαλτήριο την Κύπρο διεκδικεί την αναβίωση των συμφερόντων της στην περιοχή της Εγγύς και της Μ. Ανατολής και την ανάκτηση της επιρροής που ασκούσε μέχρι το 1956 όταν αποχώρησε κατ’ απαίτηση των δύο –τότε- υπερδυνάμεων (ΗΠΑ, ΕΣΣΔ). Αυτός είναι ο λόγος της αντιπαράθεσής της με την Τουρκία που έχει βλέψεις περιφερειακής δύναμης και όχι τα δίκαια των Ελλήνων. Γιαυτό από το 2007 είχε συνάψει συμφωνία Αμυντικής Συνεργασίας με τη Λευκωσία. Μάλιστα οι ευθύνες της για τη συνομολόγηση του συμφώνου Ερντογάν – Σάρατζ είναι τεράστιες: Η Γαλλία πρωτοστάτησε κυρίως στη διάλυση της Λιβύης με αποτέλεσμα σήμερα ο Φαγιέτ αλ Σάρατζ εκπροσωπώντας τη μειοψηφία του λιβυκού λαού να συνάπτει με τον Ερντογάν συμφωνίες που θίγουν τα κυριαρχικά μας δικαιώματα. Επομένως ήταν εντελώς υποκριτική η συμμετοχή της στην τετραμερή σύνοδο των ΥΠΕΞ στο Κάιρο με θέμα τις εξελίξεις στη Λιβύη 

Ο Αλαίν Μπαντιού υποστηρίζει ότι «τα τελευταία σαράντα χρόνια, οι στρατιωτικές επεμβάσεις της Γαλλίας ξεπερνούν τις πενήντα!». Παραμένει δηλαδή δύναμη ιμπεριαλιστική. Τι σημαίνει αυτό για την Κύπρο και την Ελλάδα; Ότι οι σχέσεις μεταξύ Ελλάδας και Κυπριακής Δημοκρατίας με τη Γαλλία είναι ετεροβαρείς και οι εξελίξεις δεν οριοθετούνται εκεί όπου εκπληρώνονται τα εθνικά μας συμφέροντα αλλά τα συμφέροντα των ισχυρών που συμπαρασύρουν τα δικά μας, γιαυτό συνήθως είναι καταστροφικές. Και για έναν πρόσθετο λόγο. Διότι από ένα σημείο και πέρα τα συμφέροντα των ισχυρών που αντιπαρατίθενται στην Αν. Μεσόγειο είναι ανταγωνιστικά και ως αδύναμη χώρα εμπλέκεσαι στη δίνη τους. Η εμπειρία της Μικρασιατικής καταστροφής είναι μαρτυρική επ’ αυτού. 

Προηγούμενο άρθροΣάκης Αντωνίου: “Το δάσος της μαύρης πεύκης αργοπεθαίνει…”
Επόμενο άρθροΜαρία Μανάκα: “Ζητάμε να περιέλθει το κτίριο του στρατιωτικού Νοσοκομείου , στα χεριά του Δήμου Διδυμοτείχου”