Ποιος κυβερνά τον κόσμο;

Είναι εντυπωσιακή η αμφισβήτηση από το κατεστημένο των ΗΠΑ των ικανοτήτων του Ντόναλντ Τραμπ να ανταποκριθεί στα προεδρικά του καθήκοντα από τις πρώτες ημέρες εγκατάστασής του στον Λευκό Οίκο. Μάλιστα η απειλή αποκαθήλωσής του από τον προεδρικό θώκο, που έχει λάβει επίσημο χαρακτήρα με την έναρξη ερευνών από τα αρμόδια θεσμικά όργανα, με το επιχείρημα της εμπλοκής της Ρωσίας στις αμερικανικές εκλογές υπέρ του Τραμπ, ενέχει αφενός κινδύνους ενώ αφετέρου δημιουργεί εύλογους προβληματισμούς:

Πρώτον, δεν έχει δικαίωμα ένας Αμερικανός πρόεδρος να έχει δική του πολιτική την οποία μάλιστα γνωστοποίησε στο εκλογικό σώμα και γιαυτό, δηλαδή λόγω της διαφορετικότητάς του, εξελέγη; Αυτά είναι τα όρια της αμερικανικής δημοκρατίας; Υπάρχει κατεστημένο που υπαγορεύει την αμερικανική πολιτική; Έτσι η προσέγγιση Ουάσινγκτον – Μόσχας, που ευαγγελίζονταν προεκλογικά ο Τραμπ έγινε μετά την εκλογή του εφιάλτης για τον ίδιο τον Τραμπ μετά τις κατηγορίες εναντίον του για προεκλογική συνεργασία με τη Μόσχα.

Δεύτερον, κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι οι διαφορές Δύσης – Ανατολής ήσαν καθαρά ιδεολογικές. Όμως η διάλυση της ΕΣΣΔ και όσα ακολούθησαν, απέδειξαν ότι οι διαφορές και τότε και σήμερα ήσαν οικονομικές, γιαυτό και οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι δεν είχαν ιδεολογικό αλλά ενδοιμπεριαλιστικό χαρακτήρα. Τότε, διότι η ΕΣΣΔ και η σοβιετική επιρροή απέκοπτε ένα τεράστιο τμήμα του πλανήτη από την εκμετάλλευση του δυτικού – κυρίως αμερικανικού- κεφαλαίου, σήμερα διότι τα κεφάλαιο ανησυχεί ότι η συνεχιζόμενη ενδυνάμωση της Ρωσίας απειλεί να το εκτοπίσει από τα εδάφη της σοβιετικής επικράτειας και επιρροής στα οποία έχουν εισχωρήσει και εκμεταλλεύονται μετά το 1990.

Τρίτον, η συνεχής πίεση που δέχεται ο Τραμπ με την απειλή της καθαίρεσής του, τον εξωθεί να λαμβάνει ακραίες αποφάσεις προκειμένου να πείσει το κατεστημένο για την συμμόρφωσή του, διακυβεύοντας έτσι την παγκόσμια ειρήνη σε νέα μέτωπα. Σε αυτό, ίσως, αποσκοπεί το αμερικανικό κατεστημένο προκειμένου να ενισχύσει την ηγεμονία της Ουάσινγκτον απέναντι στους ανταγωνιστές της ή στη δημιουργία ενός άλλοθι, που θα αποδίδει δυσμενείς μελλοντικές εξελίξεις στην παγκόσμια σφαίρα στην “ανικανότητα” του πλανητάρχη και όχι στα αμερικανικά συμφέροντα.

Κατά την άποψή μου, όσον αφορά την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, οι διαφορές της πολιτικής του Τραμπ που προβάλλονται θα πρέπει να αποδοθούν στην διαφορετική ρητορική του και όχι στις διαφορετικές στοχεύσεις των ΗΠΑ, που είναι συγκεκριμένες. Για παράδειγμα, ο Μπαράκ Ομπάμα στη διάρκεια της οκταετούς θητείας του μετέβαλε την Εγγύς Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική σε κρανίου τόπο, δημιουργήθηκε και αξιοποιήθηκε η ISIS ως καταλύτης των εξελίξεων με αποτέλεσμα την αποσταθεροποίηση μιας τεράστιας περιοχής. Όσον αφορά το ενδιαφέρον του Ομπάμα για τη δημοκρατία, λησμονήσαμε την ανάμειξη της Βικτόρια Νούλαντ, του Τζό Μακέιν και άλλων γερουσιαστών στο Κίεβο όπου ενθάρρυναν  στα οδοφράγματα τους ένοπλους ναζιστές του Δεξιού Τομέα και άλλους ακραίους κατά της νόμιμης ηγεσίας της Ουκρανίας ή μήπως την επάνοδο της δικτατορίας στην Αίγυπτο με τον εγκλεισμό στη φυλακή του πρώτου εκλεγμένου με εκλογές προέδρου της χώρας Μόρσι; Τα συμπεράσματα παραμένουν τα ίδια αν συνεχίσουμε την αναδρομή μας στους Μπους, πατέρας και γιός, στον Κλίντον, στον Ρήγκαν.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι ΗΠΑ αναδείχθηκαν σε υπερδύναμη μέσα από τους δύο παγκόσμιους πολέμους που κατέστρεψαν οικονομικά τη Μ. Βρετανία και τη Γαλλία κ.α., τους νικητές των πολέμων δηλαδή,  που ήλεγχαν έως τότε τον μισό και πλέον κόσμο. Όπως σημειώνει ο Νίκος Ψυρούκης, «όταν έμπαιναν οι ΗΠΑ στον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο χρωστούσανε στην Ευρώπη 4,5 δις δολάρια. Με τον τερματισμό του πολέμου, η Ευρώπη χρωστούσε στις ΗΠΑ 10 δις δολάρια σε πολεμικά χρέη». Με το Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, διαλύθηκαν οι αποικιοκρατικές αυτοκρατορίες των ευρωπαϊκών κρατών δίνοντας τη δυνατότητα στο αμερικανικό κεφάλαιο να εισχωρήσει στις αγορές παντού ενώ η καταστροφή των παραγωγικών δυνάμεων και των υποδομών στην Ευρώπη αναζωογόνησε την αμερικανική οικονομία. Είναι χαρακτηριστικό πως στο διάστημα 1938 – 1944 το ετήσιο εθνικό εισόδημα των ΗΠΑ υπερδιπλασιάστηκε, από 41 δις δολάρια έφτασε στα 83 δις ενώ οι οικονομίες των εμπόλεμων ευρωπαϊκών κρατών κατέρρεαν και υπερχρεώνονταν στην Ουάσινγκτον. Σε σημείο ώστε να διερωτάσαι, πλέον, γιατί ο Τσώρτσιλ αποκαλείται «πατέρας της νίκης» για έναν πόλεμο που διέλυσε τη βρετανική αποικιακή αυτοκρατορία και υπερχρέωσε την Ευρώπη έναντι των ΗΠΑ. Ο Νόαμ Τσόμσκυ μάλιστα μας λέει ότι «στο τέλος του πολέμου οι ΗΠΑ διέθεταν τον μισό πλούτο του κόσμου»

Με το πέρας της ονομαζόμενης «ισορροπίας του τρόμου» που εξασφάλιζε ο Ψυχρός Πόλεμος, οι περιφερειακοί πόλεμοι αποτελούν τον κανόνα για να κατοχυρώσουν την επικυριαρχία των ΗΠΑ στο χώρο της σοβιετικής επιρροής ή εκεί όπου τα συμφέροντα των ΗΠΑ δεν είχαν διασφαλιστεί ενώ αναθερμαίνουν και την αμερικανική οικονομία. Διότι θα πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι οι πόλεμοι, πέραν της επικυριαρχίας που διασφαλίζουν, με την δημιουργική καταστροφή που προκαλούν συντηρούν την οικονομία των ΗΠΑ και των συνοδοιπόρων τους, λαδώνουν δηλαδή τη μηχανή της παγκόσμιας οικονομίας. Τελευταίο παράδειγμα ο Ψυχρός πόλεμος που δεν συνοδεύτηκε από τη “δημιουργική καταστροφή”, δηλαδή από μεγάλους πολέμους, με συνέπεια την υπερσυσσώρευση κεφαλαίου και την κρίση του 2008 που βιώνουμε  

Αν αναλογιστούμε την ιστορία του 20ου αιώνα, εύκολα θα διαπιστώσουμε ότι: Της «ισορροπίας του τρόμου», που εξασφάλισε την ειρήνη και τα σύνορα των κρατών, προηγήθηκαν δύο παγκόσμιοι πόλεμοι με τεράστιες απώλειες που ανέτρεψαν τους παγκόσμιους συσχετισμούς υπέρ των ΗΠΑ. Ο πόλεμος συνεχίζει να αποτελεί τη μοναδική επιλογή της Ουάσινγκτον για να διατηρήσει την ηγεμονία της και την υπεροχή της που απέκτησε μέσω των δύο παγκόσμιων πολέμων και σήμερα αμφισβητείται σοβαρά από νέους ανταγωνιστές της, την Κίνα, τη Ρωσία.  Δεν θα αποτελούν προσωπική επιλογή του Τραμπ αλλά αδήριτη ανάγκη για την ηγεμονία των ΗΠΑ και την οικονομική τους ανάπτυξη. Το πρόβλημα για τη χώρα μας είναι ότι ανήκει σε μια περιοχή που σείεται από πολέμους και αναταραχή, όπου τα σύνορα αναθεωρούνται και επαναχαράσσονται. Η γεωπολιτική της αναβάθμιση που προκύπτει δεν αποτελεί προνόμιο, διότι ως αδύναμη χώρα υποτάσσεσαι στα σχέδια και τις σκοπιμότητες των ισχυρών γιαυτό η πολυδιαφημισμένη αναβάθμιση μπορεί να καταλήξει σε μπούμερανγκ, όπως συνέβη με την Μικρασιατική καταστροφή

Προηγούμενο άρθροΕπετειακή εκδήλωση για τον Κομοτηναίο Αρχιεπισκοπο του ”ΟΧΙ” ΧΡΥΣΑΝΘΟ ΦΙΛΙΠΠΙΔΗ
Επόμενο άρθροΠαρεμβάσεις της Κοινωνικής Συμμαχίας Ανατολικής Μακεδονίας – Θράκης