Οι αλλεπάλληλες τρομοκρατικές επιθέσεις στην Τουρκία με αποκορύφωμα την τελευταία στο αεροδρόμιο Αττατούρκ στην Κων/πολη, σε συνδυασμό με το κουρδικό πρόβλημα που μετέβαλε πόλεις και περιοχές της νοτιοανατολικής Τουρκία σε πεδίο ενός ασύμμετρου εμφυλίου πολέμου, ενίσχυαν κάθε φορά τον βαθμό αποσταθεροποίησης της γείτονος χώρας. Έτσι ώστε εύλογα να αναμένεται η ενίσχυση της κεντρικής εξουσίας για τον έλεγχο της εσωτερικής κατάστασης. Η εκδήλωση όμως του στρατιωτικού πραξικοπήματος, ως απόρροια της αποσταθεροποίησης της γείτονος, με σκοπό τον έλεγχο της χώρας, έθεσε προς απάντηση ένα κρίσιμο ερώτημα: Ποιοι είναι οι ηθικοί αυτουργοί των τρομοκρατικών επιθέσεων;  Το βαθύ κράτος της Τουρκίας, οι μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ, των ευρωπαϊκών κρατών ή άλλων περιφερειακών δυνάμεων; Διότι η γεωστρατηγική θέση της γείτονος είναι καθοριστική στις εξελίξεις που μεθοδεύονται στην ευρύτερη περιοχή, ώστε η χειραγώγηση της περιφερειακής πολιτικής της Άγκυρας να ενδιαφέρει άμεσα την Ουάσινγκτον και τις ευρωπαϊκές δυνάμεις.

Ο Γερμανός κοινωνιολόγος Ρόμπερτ Μίχελς διατύπωσε στο παρελθόν τον «σιδηρού νόμο της ολιγαρχίας», σύμφωνα με τον οποίο τα καθεστώτα διακυβέρνησης μιας χώρας αναπαράγονται έστω και με διαφορετικές μορφές. Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα αναφέρεται η Αίγυπτος, όπου το καθεστώς Μουμπάρακ, αντικαταστάθηκε από τους Αδελφούς Μουσουλμάνους και τον εκλεγμένο πρόεδρο Μόρσι για να επανέλθει η στρατιωτική δικτατορία με επικεφαλής τον στρατηγό Σίσι. Αντίστοιχα, στη Τουρκία, όπου το στρατιωτικό κατεστημένο επανέρχονταν στο πολιτικό προσκήνιο της χώρας με στρατιωτικά πραξικοπήματα (1960, 1971, 1980, 1997) κάθε φορά που έκρινε ότι η πολιτική παρέκλινε των αρχών του Κεμαλισμού, ήταν εύλογο να αντιδράσει εκ νέου με τον ίδιο τρόπο στην αυξανόμενη αποσταθεροποίηση της χώρας. Η διαφορά σήμερα είναι ότι η αποτυχία του στρατιωτικού πραξικοπήματος προλειάνει το πολιτικό πραξικόπημα του προέδρου Ερντογάν που θα ακολουθήσει, με τη συναίνεση μάλιστα της λαϊκής πλειοψηφίας, όπως απέδειξε η συμμετοχή του λαού στην αποτροπή της επικράτησης των στρατιωτικών. Ας μη ξεχνάμε ότι ο πρόεδρος Ολάντ προκειμένου να ελέγξει τα αλλεπάλληλα τρομοκρατικά συμβάντα δεν δίστασε να επιβάλλει στη Γαλλία καθεστώς έκτακτης ανάγκης, την οποία δεν δίστασε να παρατείνει με αφορμή την τελευταία επίθεση στη Νίκαια. Στο παρελθόν ο Καρλ Σμιτ ισχυρίστηκε ότι «την εξουσία έχει αυτός που μπορεί να επιβάλλει κατάσταση έκτακτης ανάγκης». Δηλαδή, η εξουσία και η κατάσταση έκτακτης ανάγκης είναι συνυφασμένες. Στην Τουρκία αποδείχτηκε πλέον περίτρανα ότι την εξουσία την ελέγχει απόλυτα ο πρόεδρος Ερντογάν.

Όμως, ας σταματήσουν οι Βρυξέλλες να ασκούν πιέσεις στην Τουρκία, προτάσσοντας το υποκριτικό τους ενδιαφέρον  για τη δημοκρατία στη γείτονα. Διότι γνωρίζουν πολύ καλά ότι δεν είναι δυνατό να ανθίσει ξαφνικά η δημοκρατία σε μια χώρα ανατρέποντας την πολιτική της ιστορία ως δια μαγείας. Εκτός βέβαια και αν αποβλέπουν στην αποσταθεροποίησή της. Ας μη ξεχνάμε το παράδειγμα της διάλυσης της ΕΣΣΔ, όταν προέταξε τον εκδημοκρατισμό της έναντι της σταθερότητας.

Είναι ποτέ δυνατό σε ένα κράτος π.χ. της Μ. Ανατολής ή της Βόρειας Αφρικής, να επικρατήσει αποσπασματικά ένα δημοκρατικό καθεστώς με ευρωπαϊκά χαρακτηριστικά, όπως π.χ. της Δανίας; Διότι ο χαρακτήρας του πολιτικού καθεστώτος μιας χώρας και οι δυνατότητες περαιτέρω εκδημοκρατισμού του αξιολογούνται με κριτήρια που αναφέρονται στην ιστορική της διαδρομή και στο πολιτικό περιβάλλον της περιοχής όπου ανήκει γεωγραφικά. Δεν είναι τυχαίο ότι τα κράτη περιοχών με ομοιογενή χαρακτηριστικά κυβερνώνται από καθεστώτα του ιδίου ή παρεμφερούς τύπου. Η Δυτική Ευρώπη, η Λατινική Αμερική, η Μέση Ανατολή, η Αφρική αποτελούν πειστικά παραδείγματα. Ακόμη και αν ήταν δυνατό να «μεταφέρουμε» τη Δανία εκεί, το πολιτικό της σύστημα σύντομα θα εκφυλίζονταν. Δεν ήταν λοιπόν εφικτό στη Μ. Ανατολή, που χαρακτηρίζεται από τα δικτατορικά και φεουδαρχικά καθεστώτα όλων των κρατών της, να ανθίσει μια δημοκρατία δυτικού τύπου. Ιδιαίτερα μάλιστα σε χώρες που αντιμετωπίζουν απειλές διάλυσης, όπως η Τουρκία με το κουρδικό, όπου επιχειρήθηκε ο εκδημοκρατισμός τους σε βαθμό που υπερέβαινε την πολιτική ωριμότητα της χώρας, τα αποτελέσματα ήσαν καταστροφικά. Σύμφωνα με τον Μάικλ Μαν, έναν από τους σημαντικότερους  θεωρητικούς της ιστορικής κοινωνιολογίας, η επιβολή της εκλογικής διαδικασίας στο Ιράκ από τις ΗΠΑ με τη στρατιωτική επέμβασή τους, επιδείνωσε τα αδιέξοδα της χώρας και οδήγησε το Ιράκ στην ουσιαστική του τριχοτόμηση διότι αυξήθηκε η πόλωση στη χώρα. Η Τουρκία, όντας γέφυρα μεταξύ Ανατολής και Δύσης έχει πολιτικά χαρακτηριστικά εκατέρωθεν. Όμως σήμερα το γεωπολιτικό της περιβάλλον αποδεικνύεται ισχυρότερο λόγω των εξελίξεων  στη συνοριακή της περίμετρο και τροχοπεδεί τις τάσεις περαιτέρω εκδημοκρατισμού.

Το γεγονός που εντυπωσίασε στη διάρκεια του αποτυχημένου στρατιωτικού πραξικοπήματος, ήταν η μαζική λαϊκή συμμετοχή που συνέβαλε τα μέγιστα στην αποτυχία του. Πρόκειται για γεγονός πρωτοφανές στη νεώτερη ιστορία της Τουρκίας. Ούτε το 1997, όταν με το μεταμοντέρνο στρατιωτικό πραξικόπημα με το οποίο αποκαθηλώθηκε από την πρωθυπουργία ο Ερμπακάν, αλλά ούτε στη συνέχεια με τις διώξεις κατά του ισλαμιστή ηγέτη και του κόμματος της Ευημερίας υπήρξαν αντιδράσεις. Ο Ερντογάν, αναδεικνύοντας τη θρησκεία ως ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της πολιτικής του κόμματός του, κατόρθωσε να επικαλύψει τον ταξικό χαρακτήρα της κοινωνίας συνενώνοντας τεράστιες μάζες γύρω του. Σε αυτό οφείλονται οι απανωτές εκλογικές επιτυχίες του με ποσοστά που τελευταία αγγίζουν το 50%. Σε αυτό οφείλεται και η αποτροπή του στρατιωτικού πραξικοπήματος.

Μακροδημόπουλος Δημήτρης

Προηγούμενο άρθροΕΝΑ ΠΡΟΣΧΕΔΙΑΣΜΕΝΟ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑ Ραγδαίες γεωπολιτικές ανακατατάξεις; Από τον Ηλία Ν. Ηλιακόπουλο, Δρ. Νομικής, Δικηγόρο
Επόμενο άρθροΚαι δεύτερο ελικόπτερο στον Έβρο, με κλιμάκιο που θα μεταφέρει το πρώτο στην Τουρκία