Της  Γης οι κολασμένοι 

Κατά την εισβολή του ισραηλινού στρατού στον προσφυγικό καταυλισμό Νουσειράτ στην κεντρική Γάζα στις 8 Ιουνίου για την απελευθέρωση τεσσάρων ομήρων, ο απολογισμός ήταν τρομακτικός: Έχασαν τη ζωή τους 274 Παλαιστίνιοι μεταξύ των οποίων 64 παιδιά, 57 γυναίκες και 37 ηλικιωμένοι και τρεις όμηροι ενώ τραυματίστηκαν άλλοι 698! Όμως ο πρωθυπουργός Νετανιάχου επαίρονταν και θριαμβολογούσε για την “επιτυχία” της επιχείρησης. Όταν ο Πρίμο Λέβι εβραίος Ιταλός που επέζησε στο ναζιστικό στρατόπεδο του Άουσβιτς, κατέθετε το 1947 τη μαρτυρία του από τον εγκλεισμό του στο βιβλίο του με τίτλο “Εάν αυτό είναι ο άνθρωπος”, δεν φαντάζονταν τί θα ακολουθούσε χρόνια μετά στη γη των προγόνων του. Όμως, πώς αντέχουν οι Παλαιστίνιοι αυτόν τον όλεθρο; 

Η εξέγερση του γκέτο της Βαρσοβίας  τον  Απρίλη του 1943 έχει μια ιδιαίτερη θέση στην ιστορία των εξεγέρσεων, γράφει ο Ένζο Τραβέρσο, καθώς δεν πρόκειται, ολοκληρωτικά, για κίνημα απελευθέρωσης. Οι λίγες εκατοντάδες νεαροί εβραίοι μαχητές που με ελάχιστα όπλα αντιστάθηκαν σθεναρά στα γερμανικά στρατεύματα, δεν ήλπιζαν ότι θα καταχτήσουν την ελευθερία τους. Αγωνίζονταν ενάντια στην καταπίεση ασφαλώς, όμως η απελευθέρωση, γι’ αυτούς, ήταν απλούστατα αδύνατη. Είχαν επιλέξει να πεθάνουν πολεμώντας και η επιλογή τους ήταν μια επιβεβαίωση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Περιγράφοντας το θάνατο του Μορντεχάι Ανιελέβιτς, που στα είκοσι τέσσερά του, καθοδήγησε την εξέγερση, ο Εμάνουελ Ρίνγκελμπουμ, ο χρονικογράφος του γκέτο της Βαρσοβίας, τόνιζε ότι ο σκοπός των νεαρών εξεγερμένων ήταν να αναζητήσουν έναν “τιμητικό θάνατο”. Δεν προσπάθησαν να σωθούν με τη φυγή, πλαστογραφώντας “άρειες” ταυτότητες ή αναζητώντας κρυψώνα  στην άλλη πλευρά του τείχους του γκέτο. 

Ο Ζαν Αμερί, Αυστριακός εβραίος, κρατούμενος στο Άουσβιτς, παραδεχόταν ότι θαύμαζε τους αγωνιστές και τους πιστούς οι οποίοι στις δύσκολες συνθήκες, έβρισκαν μια αναντικατάστατη βοήθεια στις πεποιθήσεις τους: «Είτε μαρξιστές αγωνιστές, είτε πιστοί καθολικοί ή ευαγγελιστές, κι ανεξάρτητα αν ήταν καλλιεργημένοι οικονομολόγοι ή θεολόγοι ή σχεδόν αμόρφωτοι εργάτες και αγρότες: Η πίστη τους και η ιδεολογία τους, τούς πρόσφερε ένα σταθερό σημείο στον κόσμο και στηριγμένοι σε αυτό μπορούσαν να βγάζουν από τα ρούχα τους τούς SS [….]. Άντεχαν καλύτερα στα βάσανα και πέθαναν με μεγαλύτερη αξιοπρέπεια από τους μη πιστούς ή απολίτικους διανοούμενους συντρόφους τους, που ήσαν ωστόσο απείρως πιο μορφωμένοι και εξασκημένοι στον ακριβή στοχασμό». Με άλλα λόγια οι “πιστοί’ – της ιδεολογίας ή της θρησκείας – μπορούσαν να ανακαλύψουν εντός τους απρόσμενες και ανεξάντλητες δυνάμεις που, σύμφωνα με τον Αμερί «υπερέβαιναν τον εαυτό τους και προβάλλονταν στο μέλλον». Όλα τα στοιχεία από την ιστορία του εβραϊκού λαού είτε αφορούν έναν αξιοπρεπή θάνατο ή τη θυσία στην προσδοκία της εκπλήρωσης μιας ιδέας, μιας  ουτοπίας ή της χιλιαστικής προσδοκίας είναι αυτά που εμπνέουν τον παλαιστινιακό λαό και τον χαλυβδώνουν να μην υποχωρεί στην ανείπωτη τραγωδία που υφίσταται. Αν θέλουν λοιπόν οι Ισραηλινοί να ερμηνεύσουν τη στάση των Παλαιστινίων ας ανατρέξουν στη δική τους πολύπαθη ιστορία. 

Η Παλαιστίνη προσομοιάζει με την “αποικιακή πόλη” που περιγράφει ο Φραντς Φανόν στο έργο του “Της γης οι κολασμένοι” (1961), που είχε προλογίσει ο Ζαν – Πολ Σαρτρ, στην οποία συνυπάρχουν στην πραγματικότητα δύο πόλεις, η λευκή πόλη και η έγχρωμη, η πρώτη ευρωπαϊκή και “πολιτισμένη”, η δεύτερη “πρωτόγονη”, κυριαρχημένη από στοιχειώδεις υλικές ανάγκες, την οποία περιγράφουν συνήθως μ’ ένα σχεδόν ζωολογικό λεξιλόγιο: χρώματα, μυρωδιές, ανηθικότητα, βρώμα, σύγχυση, θόρυβοι, συγχρωτισμός. Βιώνοντας την γαλλική αποικιοκρατία στην Αλγερία ο Φανόν, ανέλυσε, ως ψυχίατρος ο ίδιος, τις ψυχοσωματικές συνέπειες της αποικιοκρατίας και το φαινόμενο της βίας. Το θεμελιακό ερώτημα για τον Φανόν είναι το πώς μπορεί να ανακτηθεί η ανθρωπιά στη βάση των απάνθρωπων πρακτικών και εμπειριών της αποικιοκρατικής κυριαρχίας. “Όταν σκοτώνουν εσένα και τους συντρόφους σου σαν να είστε σκυλιά”, γράφει στο βιβλίο του, “δεν υπάρχει καμιά άλλη λύση παρά να χρησιμοποιήσετε όλα τα διαθέσιμα μέσα για να αποκατασταθείτε ως ανθρώπινα όντα. Πρέπει λοιπόν να ασκήσετε όσο το δυνατόν μεγαλύτερη πίεση στο σώμα του βασανιστή σας, έτσι ώστε τα λογικά του που κάπου τα έχασε να ανακτήσουν την ανθρώπινη διάστασή τους”

Όπως το αντιλήφθηκε καθαρά ο Φανόν: “…Σε ατομικό επίπεδο η βία (κατά του αποικιοκράτη) είναι δύναμη κάθαρσης. Απαλλάσσει τον αποικιοκρατούμενο από το σύμπλεγμα κατωτερότητάς του, από την παθητική στάση απόγνωσης. Τον ενθαρρύνει και αποκαθιστά την αυτοπεποίθησή του”. Ο Φανόν τόνισε το ζήτημα της βίας, σημειώνει ο Ντέιβιντ Χάρβεϊ, επειδή πολύ συχνά οι ανθρώπινες καταστάσεις επιδεινώνονται σε τέτοιο βαθμό που δεν υπάρχει άλλη επιλογή. Ακόμη και ο Γκάντι αναγνώρισε αυτή την πραγματικότητα, προσθέτει.

Ο Ζαν Αμερί θαύμαζε τον Φανόν και υποστήριζε την άποψή του περί βίας και είχε υποστηρίξει το FLN στον πόλεμο της Αλγερίας. Ο Αμερί δεν υποστήριζε την άποψη του Φανόν με την ιδιότητα του υπαρξιστή φιλοσόφου, όπως ο Σαρτρ, αλλά σαν ένας εβραίος που είχε επιζήσει από τα ναζιστικά στρατόπεδα.

Προηγούμενο άρθροΥψηλός κίνδυνος πυρκαγιάς την Παρασκευή 28 Ιουνίου – Ανακοίνωση του Δήμου Κομοτηνής
Επόμενο άρθροΠάρης Παπαδάκης: «Αγωνιούν οι αγρότες του Έβρου για την άρδευση των καλλιεργειών τους»