Ο Άγιος Ραφαήλ καταγόταν από τους Μύλους της Ιθάκης και γεννήθηκε το έτος 1410 μ.Χ. Το κοσμικό του όνομα ήταν Γεώργιος Λάσκαρης ή Λασκαρίδης και ο πατέρας του ονομαζόταν Διονύσιος. Πριν γίνει μοναχός ήταν στρατιωτικός στο βυζαντινό στρατό, όπου και είχε φτάσει σε μεγάλο βαθμό. Σε ηλικία τριάντα πέντε ετών γνώρισε έναν ασκητικό και σεβάσμιο γέροντα, τον Ιωάννη, ο οποίος τον προσείλκυσε στην εν Χριστώ ζωή. Την ημέρα των Χριστουγέννων ο γέροντας αυτός κατέβηκε από τον τόπο της ασκήσεώς του, για να εξομολογήσει και να κοινωνήσει τους στρατιώτες και κήρυξε τον Λόγο του Θεού.
Τότε ο αξιωματικός Γεώργιος, όταν ο γέροντας κατέβηκε πάλι τα Θεοφάνεια, αποχαιρέτισε τους στρατιώτες και τον ακολούθησε. Μετά την κουρά του σε μοναχό, χειροτονήθηκε πρεσβύτερος, αλλά τιμήθηκε και με το οφίκιο του αρχιμανδρίτη και του πρωτοσύγκελου.
Ο Άγιος Νικόλαος παρέδωσε Μαρτυρικά τη ψυχή του στον Κύριο, μετά από βασανισμούς, από ανακοπή καρδιάς, δεμένος σε ένα δένδρο. Μαζί με τους Αγίους Ραφαήλ και Νικόλαο, συνάθλησε και η μόλις δώδεκα χρονών Ειρήνη, η οποία ήταν κόρη του Βασιλείου, του προεστού της Θέρμης. Η Αγία Ειρήνη παρέδωσε κι αυτή Μαρτυρικά τη ψυχή της στον Κύριο, ως εξής: Οι αλλόθρησκοι της έκοψαν το ένα χέρι και ακολούθως την έβαλαν σε ένα πιθάρι και την έκαψαν ζωντανή, μπροστά στα μάτια των δύστυχων γονέων της. Με τους Αγίους συνεμαρτύρησαν ο πατέρας της Αγίας Ειρήνης, Βασίλειος, η σύζυγός του Μαρία, το μόλις πέντε ετών παιδί τους Ραφαήλ, η ανηψιά τους Ελένη, ο δάσκαλος Θεόδωρος και ο ιατρός Αλέξανδρος, των οποίων τα οστά βρέθηκαν κοντά στους τάφους των Αγίων, μέσα σε ξεχωριστούς τάφους.
Το Μαρτύριό τους συνέβη την Τρίτη της Διακαινησίμου, στις 9 Απριλίου του έτους 1463 μ.Χ. Τα Ιερά Λείψανα των Αγίων Ραφαήλ, Νικολάου και Ειρήνης βρέθηκαν ύστερα από Θαυματουργικές υποδείξεις των Αγίων.