Άκουσα ένα απόσπασμα από συνέντευξη του κυρίου Αλεξιάδη, στις οποίες, κατά κανόνα, ο αναπληρωτής υπουργός οικονομικών, προκειμένου να εξωραΐσει τη μνημονιακή πολιτική της κυβέρνησης, υποστηρίζει ότι με τις αποφάσεις που μελετά το ΥΠΟΙΚ αποκαθιστά την κοινωνική δικαιοσύνη. Το παρελθόν είναι για τον ίδιο εξ ορισμού βέβηλο κοινωνικά –όπως πραγματικά είναι – και αξιοποιώντας το αξίωμα αυτό ως βάση συλλογισμού, προσπαθεί να προβάλλει τις σκέψεις του ως το απαύγασμα της κοινωνικής δικαιοσύνης που μόνο μια «αριστερή» παρέμβαση μπορεί να αποκαταστήσει. Πριν λίγες μέρες λοιπόν ο κ. Αλεξιάδης έθεσε ένα νέο θέμα κοινωνικής δικαιοσύνης: «Είναι δίκαιο, διερωτήθηκε, ιδιοκτήτης ενός ακινήτου να φορολογείται με την ίδια φορολογική κλίμακα με έναν ιδιοκτήτη δέκα ακινήτων;». Είναι προφανές ότι ο κ. Αλεξιάδης, καίτοι εφοριακός, μπέρδεψε τον ΕΝΦΙΑ με την κλίμακα του φόρου εισοδήματος. Διότι το φορολογητέο εισόδημα του φορολογούμενου εμπεριέχει και τη φοροδοτική του ικανότητα, διαπίστωση που δεν ισχύει για την ακίνητη περιουσία, η οποία αποκτήθηκε κατά κανόνα πριν την κρίση και φορολογείται μετά την κρίση, οπότε η συντριπτική πλειοψηφία των ιδιοκτητών αδυνατεί ή δυσκολεύεται να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του. Διότι ενώ πριν από την κρίση η σύνδεση ακίνητης περιουσίας και ρευστότητας ήταν αυτονόητη, αφού υπήρχε ζήτηση στην αγορά των ακινήτων που διασφάλιζε τη ρευστοποίησή τους, σήμερα αυτό είναι σχεδόν αδύνατο. Μάλιστα σε όλα αυτά ήλθαν να προστεθούν και τα capital controls που δυσχέραναν ακόμη περισσότερο τις μεταβιβάσεις ακινήτων. Βέβαια, ο υφιστάμενος νόμος περί ΕΝΦΙΑ εμπεριέχει τη λογική του κυρίου Αλεξιάδη περί δικαίου με τον συμπληρωματικό φόρο που επιβάλλει για ακίνητη περιουσία άνω των 300 χιλ. ευρώ και επομένως αυτός που έχει δέκα ακίνητα δεν πληρώνει σήμερα μόνον δεκαπλάσιο ΕΝΦΙΑ, που θα μπορούσε να αποτελεί μια λογική εκδοχή περί δικαίου, αλλά αρκετά περισσότερα. Για να αναφέρεται λοιπόν ο αναπληρωτής υπουργός οικονομικών στην άδικη κλίμακα φορολόγησης των ακινήτων, και λαμβάνοντας ως δεδομένη την πρόθεσή του να επιβάλει ένα μικρό αφορολόγητο όριο ενώ αναζητούνται και για το 2016 2,65 δις ευρώ μέσω ΕΝΦΙΑ με μειωμένες μάλιστα αντικειμενικές τιμές, είναι ολοφάνερο ότι σχεδιάζει να επιβαρύνει περαιτέρω τους ιδιοκτήτες και να καταστήσει δυσμενέστερες τις υποχρεώσεις τους. Πού θα οδηγήσει όμως μια τέτοια εξέλιξη; Είναι αυτονόητο ότι η περαιτέρω φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας, θα αναγκάσει μικροαστούς και μεσοαστούς που δραστηριοποιούνταν στον ιδιωτικό τομέα και σήμερα έχουν οδηγηθεί οικονομικά σε αδιέξοδο και πένονται, να εκποιήσουν την ακίνητη περιουσία τους αντί πινακίου φακής. Με αποτέλεσμα το κεφάλαιο που επενδύει στην ακίνητη περιουσία και αναζητά οικόπεδα μεγάλης αξίας ιδιαίτερα στις ακριβές περιοχές Αθήνας, Πειραιά και Θες/νίκης αλλά και απανταχού της χώρας και καιροφυλακτεί, να καρπωθεί την αδυναμία τους. Βέβαια το υπουργείο Οικονομικών γνωρίζει ότι το θεσμικό πλαίσιο για την υφαρπαγή της ακίνητης περιουσίας από το κεφάλαιο, με μοχλό τον ΕΝΦΙΑ, έχει νομοθετηθεί από την προηγούμενη κυβέρνηση Ν.Δ. – ΠΑ.ΣΟ.Κ., με τροπολογία με τίτλο «Ρυθμίσεις ΥΠΟΙΚ σχετικά με την Ανώνυμη Εταιρεία Επενδύσεων σε Ακίνητη Περιουσία (ΑΕΕΑΠ)» που κατέθεσε στις 1-11-2013 σε σχέδιο νόμου του ΥΠΟΙΚ, ενώ ήδη συζητείτο ο νόμος περί ΕΝΦΙΑ, ο 4223/2013, ο οποίος δημοσιεύτηκε σε ΦΕΚ στις 31/12/2013. Από τις ημερομηνίες και μόνον διαφαίνεται ότι επρόκειτο για συντονισμένες ενέργειες. Η τροπολογία χαλάρωνε τους όρους που ίσχυαν μέχρι τότε, αναφορικά με τη δυνατότητα απόκτησης οικοπέδων από τις ανώνυμες εταιρείες επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία (ΑΕΕΑΠ). Με τον τρόπο αυτόν άνοιξε επί της ουσίας και ο δρόμος στις εταιρείες του κλάδου να «επωφεληθούν» από την επείγουσα ανάγκη χιλιάδων ιδιοκτητών οικοπέδων να τα πουλήσουν προκειμένου να αποφύγουν την υπέρμετρη φορολόγησή τους.
Επομένως γιατί επιθυμεί το ΥΠΟΙΚ να επιβαρύνει περαιτέρω την ακίνητη περιουσία; Για να ικανοποιήσει ένα τμήμα της εκλογικής πελατείας της κυβέρνησης που πληρώνουν ελάχιστα ως κάτοχοι ενός ακινήτου ή για να ευνοήσει το κεφάλαιο; Ή μήπως χρησιμοποιεί το πρώτο για να συγκαλύψει τις προθέσεις του για το δεύτερο; Γνωρίζετε ποια πολιτική ονομάζει ο Ντέιβιντ Χάρβεϊ «λαϊκισμό του κεφαλαίου»; Την πολιτική που αφαιρει τα πάντα υπέρ του κεφαλαίου στο όνομα της κοινωνικής δικαιοσύνης. Όπως στην προκειμένη περίπτωση: Θεωρεί ο κύριος Αλεξιάδης άδικο ο ιδιοκτήτης ενός ακινήτου να φορολογείται με την ίδια φορολογική κλίμακα με έναν ιδιοκτήτη δέκα ακινήτων, δεν μας λέει όμως πού θα καταλήξουν με την περαιτέρω αύξηση του ΕΝΦΙΑ και την οικονομική αδυναμία των ιδιοκτητών τα δέκα ακίνητα. Προφανώς όχι στον ιδιοκτήτη του ενός ακινήτου ή στους άστεγους ώστε να υπάρξει αναδιανομή του πλούτου αλλά στις ΑΕΕΑΠ ή σε άλλους φορείς του κεφαλαίου.

Μακροδημόπουλος Δημήτρης

Προηγούμενο άρθροΣύμβαση για τα 14 αεροδρόμια – Το δημόσιο θα πληρώνει και η γερμανική Fraport θα εισπράττει!
Επόμενο άρθρο18% πάνω μέσα σε έναν χρόνο οι τιμές σε βασικά τρόφιμα