Παιδιά του brain drain, μήπως δεν σας θέλουν πίσω στην πατρίδα;

Λίγες μόλις ημέρες πριν τις εκλογές ένα σενάριο για τους συνταξιούχους είδε το φως της δημοσιότητας στον Τύπο. Δηλαδή της εφαρμογής ενός πιο αναλογικού τρόπου υπολογισμού του “πέναλτι”, δηλαδή της μείωσης των συντάξεων των εργαζόμενων συνταξιούχων, με βάση τις ημέρες εργασίας τους και όχι οριζόντια κατά 30%. Σήμερα ένας συνταξιούχος που εργάζεται έχει μείωση κατά 30% στη σύνταξή του. Λαμβάνει δηλαδή το 70% τόσο της κύριας όσο και της επικουρικής. Η ποινή ήταν 60%, δηλαδή αποτρεπτική για έναν συνταξιούχο να εργαστεί, λογικό σε μια χώρα που είναι πρωταθλήτρια της ανεργίας στην Ευρώπη και αιμορραγεί χάνοντας τη νεολαία της, εξειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό, στα ξένα. Με το νόμο Βρούτση μειώθηκε η ποινή από το 60% (παλαιότερα 70%) στο 30% και ήδη δημιούργησε ένα σημαντικό κύμα εργαζόμενων συνταξιούχων. Τώρα με τη νέα ρύθμιση για την αναλογικότερη και “δικαιότερη” ρύθμιση του θέματος, η περικοπή θα είναι ανάλογη με τον αριθμό των ημερών που εργάζεται μηνιαίως ένας συνταξιούχος. Ως παράδειγμα αναφέρεται ότι για 10 ημέρες απασχόλησης το ποσοστό μείωσης να είναι 10%. Θα δηλώνει κανείς περισσότερες από 10 ημέρες απασχόλησης τον μήνα; Εναλλακτικά ένα ακόμη σενάριο που εξετάζεται με μικρότερη πιθανότητα εφαρμογής, αφορά τη μείωση του πέναλτι από το 30% στο 20% ή ακόμη και στο 15% (Καθημερινή 16/6/2023). Είναι εύλογο ότι οποιοδήποτε σενάριο επιλεγεί θα δημιουργήσει ένα πολυπληθές κύμα συνταξιούχων που θα συνεχίσει τον εργασιακό του βίο και μετά τη συνταξιοδότησή του. Βέβαια ουσιαστικά όλα αυτά δεν αφορούν τους εργαζόμενους χειρωνακτικά αφού οι σωματικές δυνάμεις μειώνονται με την ηλικία και είναι αδύνατο να συνεχίσουν τον εργασιακό τους βίο μετά από μια εύλογη ηλικία. Αφορά κυρίως τους πτυχιούχους ΑΕΙ και ΤΕΙ που λόγω της φύσης της εργασίας τους μπορούν να συνεχίσουν να εργάζονται, και εργάζονται μετά το νόμο Βρούτση, και μετά τα 70, τα 75 ακόμη και έως τα 80 τους χρόνια. Αφορά δηλαδή στη συντριπτική πλειοψηφία τις ειδικότητες των εκατοντάδων χιλιάδων νέων μας που μετανάστευσαν στο εξωτερικό και οι ανάγκες της αγοράς θα μπορούσαν να καλυφθούν από αυτούς μειώνοντας τη ροή του brain drain. Και με το brain gain τι θα γίνει; Το ξέχασαν; Διότι πέραν της επαγγελματικής αποκατάστασης των νέων είναι και το δημογραφικό, από τα μεγαλύτερα προβλήματα της χώρας μας. Όμως η δεξαμενή αλίευσης ψήφων των συνταξιούχων είναι πολύ μεγαλύτερη αυτής της νεολαίας που έχει αποδημήσει στο εξωτερικό, αγγίζει τα 2,5 εκατομμύρια ψηφοφόρους. Όπως έλεγε Τζόρτζ Όργουελ, “η πολιτική γλώσσα φτιάχτηκε ώστε τα ψέματα να μοιάζουν αληθινά” διότι οι ψευδαισθήσεις απεικονίζουν τις ενδόμυχες προσδοκίες των ανθρώπων.

Βέβαια το πρόβλημα του brain gain δεν περιορίζεται μόνον στην πριμοδότηση της εργασίας των συνταξιούχων σε βάρος της προοπτικής επανόδου των νέων στην πατρίδα. Είναι και οι αυξήσεις στις συντάξεις και τα αναδρομικά σε μία χώρα με την υψηλότερη ανεργία στην Ευρώπη και τεράστιο χρέος που διαρκώς αυξάνεται σε απόλυτες τιμές. Με υποσχόμενες αυξήσεις στους δημοσίους υπαλλήλους αντί παραγωγικών επενδύσεων, με προσλήψεις εν κρυπτώ με μπλοκάκι και πελατειακές σχέσεις. Είναι όλα αυτά που θα συνεχίσουν και θα ενδυναμώσουν το brain drain: Όπως προκύπτει μέσα από τα ευρήματα της έρευνας «Τί πιστεύουν οι Έλληνες» της διαΝΕΟσις για το έτος 2022  «…το 57,9% των Ελλήνων (και το 77,1% των νέων ηλικίας 17-24 και το 71,9% ηλικίας 25-39) δηλώνουν ότι “θα μετανάστευαν στο εξωτερικό αν έβρισκαν δουλειά με καλύτερες αποδοχές και καλύτερες συνθήκες”. Το 38,1% του γενικού πληθυσμού, μάλιστα, επιλέγει την απάντηση «σίγουρα ναι”», όπως διαβάζουμε στην εν λόγω έρευνα (Καθημερινή 19/4/2022).

Γιατί φεύγουν οι νέοι; Μας το λέει ο κ. Ματσαγιάννης επικεφαλής του Παρατηρητηρίου Ελληνικής & Ευρωπαϊκής Οικονομίας του ΕΛΙΑΜΕΠ. «Με εξαιρέσεις που μετριούνται στα δάχτυλα, οι επαγγελματικές προοπτικές των περισσότερων νέων στην Ελλάδα περιορίζονται σε δουλειές κακοπληρωμένες, αγχωτικές, χωρίς μέλλον. Αυτή η μεγάλη και διαχρονική παθογένεια του ελληνικού μοντέλου ανάπτυξης, αντί να διορθωθεί, έχει επιδεινωθεί και άλλο τα τελευταία χρόνια, καθώς η υψηλή ανεργία εκμηδένισε την διαπραγματευτική ισχύ των εργαζομένων, ενώ οι μεταρρυθμίσεις της αγοράς εργασίας έφεραν μεγαλύτερη ευελιξία (για τους εργοδότες) χωρίς να την συνοδεύουν με περισσότερη ασφάλεια (για τους εργαζομένους)». Γιαυτό ενώ πέρασαν τρία και πλέον χρόνια από την υπερψήφιση του νόμου 4648/19 για την ψήφο των αποδήμων και δύο και πλέον χρόνια από την ενεργοποίηση της πλατφόρμας για την εγγραφή των εκλογέων, από τις εκατοντάδες χιλιάδες νέων που μετανάστευσαν τα τελευταία χρόνια και τα εκατομμύρια των ομογενών που προηγήθηκαν διαχρονικά, μόνον περί τις 5 χιλ είχαν εκδηλώσει μέχρι τον περασμένο Δεκέμβρη σχετικό ενδιαφέρον. Τελικά όπως γνωστοποιήθηκε πριν τις εκλογές της 21η Μαΐου οι αιτήσεις συμμετοχής ήταν μόλις 22.816 από τους οποίους ψήφισαν μόνον 11.659. Γιατί; Όταν μια χώρα σε διώχνει με την πολιτική της είναι δυνατό να ενδιαφέρεσαι για τα τεκταινόμενα σε αυτή; Αυτή η αδιαφορία των απόδημων για το εκλογικό τους δικαίωμα αποδεικνύει πως όσοι νέοι έφυγαν, σε συντριπτικό ποσοστό εγκατέλειψαν την πατρίδα οριστικά. Άλλο η αγάπη για την πατρίδα, η εθνική περηφάνια που νιώθουν και η διατήρηση των παραδόσεων και διαφορετικό είναι να νομιμοποιείς με την ψήφο σου τη λειτουργία του πολιτικού συστήματος που σε απέβαλε από τη χώρα σου χωρίς δυνατότητα επιστροφής.  

 

 

Προηγούμενο άρθροΜαριάνθη Μαύρου: “Ομιλία και δωρεάν τεστ ΠΑΠ αύριο Τετάρτη στις 10:00 στο Κοινοτικό Κατάστημα Μάκρης”
Επόμενο άρθροΤαξειδεύοντας με σαπιοκάραβα για τα επιδόματα της παρακμάζουσας Ευρώπης (γράφει η Μαρία Ι. Γιαλαμά)