Ακριβώς πριν από δύο χρόνια, αφού πρώτα είχαμε επισκεφθεί το σπήλαιο των Αγίων Θεοδώρων στον Πόταμο του Άβαντα, καταθέσαμε σχετικό ερώτημα προς το δημοτικό συμβούλιο της Αλεξανδρούπολης.

Μεταξύ άλλων καλούσαμε την δημοτική αρχή να πάρει άμεσα πρωτοβουλίες σε συνεννόηση και με την περιφερειακή ενότητα Έβρου, για την συντήρηση, την προστασία και την φύλαξη του μνημείου, αλλά και γενικότερα για την αξιοποίηση του χώρου, μια και η περιοχή με το ίδιο το σπήλαιο των Αγίων Θεοδώρων μπορεί να αποτελέσει ένα ιδιαίτερα σημαντικό πόλο έλξης, για τον θρησκευτικό μας τουρισμό και όχι μόνο.

Επίσης επισημαίναμε πως είναι αναγκαία η βελτίωση της προσβασιμότητας μια και σήμερα υπάρχει δυσκολία στην οδική προσεγγίση, τόσο μέσω του επαρχιακού δικτύου προς τον Άβαντα, αλλά και από τους οικισμούς της Παλαγίας και της Κίρκης.

Τέλος αναφέραμε πως είναι σημαντικό για εναλλακτική μελλοντική πρόσβαση, το γεγονός πως οι γραμμές του τρένου περνούν ακριβώς από μπροστά.

Θυμίζαμε μάλιστα πως παλαιότερες εποχές στη περιοχή αυτή πραγματοποιούντο οι ημερήσιες εκδρομές των σχολείων της Αλεξανδρούπολης, όπου το τρένο σταματούσε ακριβώς κάτω από το σπήλαιο.

Δυστυχώς η δημοτική αρχή αδιαφόρησε στα 9 χρόνια της διοίκησής της και για αυτό το σπουδαίο μνημείο, χωρίς καμία απολύτως πρωτοβουλία για την αξιοποίησή του.

Η δημοτική παράταξη της «ΑΝΑΣΑ» ως αυριανή διοίκηση του δήμου και σε συνεργασία με την Περιφερειακή ενότητα του Έβρου, θα έχει σε πρώτη προτεραιότητα τον βραχώδη ναό των Αγίων Θεοδώρων (χρονολογείται το 1.000 περίπου μ.Χ.), ο οποίος βρίσκεται μέσα σε μία μαγευτική τοποθεσία μετά τα Βυζαντινά κάστρα του Άβαντα και του Πόταμου.

Συναντάται λίγα μόλις χιλιόμετρα από την Αλεξανδρούπολη, σχεδόν δίπλα στη σιδηροδρομική γραμμή προς Θεσσαλονίκη και πριν από τα ορυχεία της Κίρκης, όπου μέσα στο σπήλαιο διαμορφώνεται ένα παλαιό ασκητήριο με εξαιρετικές βυζαντινές τοιχογραφίες του 11ου και 13ου αιώνα, θυμίζοντας κατά κάποιο τρόπο τις σπηλαιώδεις εκκλησίες της Καππαδοκίας.

Βρίσκεται πλησίον του ποταμού «Ειρήνης ρέμα» και πάνω στον δρόμο που ακολουθούσαν οι πεζοί ταξιδιώτες κατά τη βυζαντινή και τη οθωμανική περίοδο κατευθυνόμενοι από το Δέλτα του Έβρου προς την Γρατιανούπολη και τα Κουμουτζηνά (Κομοτηνή).

Από την είσοδο στο σπήλαιο ένας διάδρομος οδηγεί σε μία αίθουσα, όπου ένα κτιστό τέμπλο διαμορφώνει το Βήμα.

Η ιστόρηση καλύπτει μέρος από τις επιφάνειες του διαδρόμου, της αίθουσας, ολόκληρο το τέμπλο και τις πλευρές του ιερού.

Διακρίνονται δύο στρώματα τοιχογραφιών, ενώ πολύ πιθανό να υπήρχε και ένα τρίτο στρώμα.

Εντυπωσιακή είναι και η τοιχογραφία του ασπασμού, όπου δύο γυναικείες μορφές της Παναγίας και της Ελισάβετ, τυλιγμένες σε σκουρόχρωμα φορέματα, κινούνται η μία προς την άλλη.

Διακρίνονται ακόμη τοιχογραφίες των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, του Ιωάννη του Θεολόγου και του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου.

Σύμφωνα με την Ιερά Μητρόπολη Αλεξανδρουπόλεως, η θεματική κυριαρχία των απεικονίσεων της Θεοτόκου, ενισχύει την άποψη ότι αρχικά ο σπηλαιώδης ναός ήταν αφιερωμένος στην Παναγία.

Με δεδομένη την δυσκολία στην οδική προσεγγίση του χώρου, είναι απαραίτητος πλέον ένας νέος σύγχρονος δρόμος (είναι μικρή η χιλιομετρική απόσταση από τον δρόμο του Άβαντα, αλλά υπάρχει δυνατότητα πρόσβασης και από τον οικισμό της Ιάνα) που να επιτρέπει την άνετη διακίνηση των επισκεπτών.

Αυτό όμως που χρήζει άμεσης προσοχής, είναι η προστασία- φύλαξη του ναού, καθώς και η μέριμνα που πρέπει να ληφθεί για την συντήρηση των σπάνιων Βυζαντινών αγιογραφιών από εξειδικευμένους τεχνίτες.

Παύλος Α. Μιχαηλίδης

Υποψήφιος δήμαρχος – Επικεφαλής της δημοτικής παράταξης “ΑΝΑ.Σ.Α.”

Προηγούμενο άρθροΟι προτάσεις του Κώστα Κατσιμίγα για την ανάπτυξη της Π.Ε. Έβρου
Επόμενο άρθροΠρόγραμμα «Εβδομάδας Δημόσιας Υγείας και Κοινωνικής Μέριμνας» , στον Έβρο